Showing posts with label crisis. Show all posts
Showing posts with label crisis. Show all posts

Thursday, June 28, 2012

Κρίση εθνικής ταυτότητας

του Ανδρέα Πανταζόπουλου
Το Βήμα 24/06/2012

Τα αποτελέσματα και των δύο εκλογικών αναμετρήσεων ανέδειξαν έναν πολιτικό και αξιακό διχασμό της κοινωνίας. Σε συνθήκες φόβου και καθοδικής κοινωνικής κινητικότητας, οι λεγόμενες αντισυστημικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους μικρές ή μεγάλες διαφορές, και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, εκπροσωπούν σχεδόν το μισό εκλογικό σώμα. Παρ' όλα αυτά, έστω και οριακά, την προηγούμενη Κυριακή, αυτή η «αδούλωτη Ελλάδα της Κερατέας» έχασε τη μάχη. Τι εκπροσωπεί αυτή η Ελλάδα; Εκπροσωπεί την κοινωνική ανευθυνότητα, τον μνησίκακο εγωισμό που ενίοτε τον καλύπτει με την επίκληση της «αξιοπρέπειας», τον καιροσκοπισμό, τις θηριώδεις πελατειακές σχέσεις, τον αλαζονικό εθνικισμό, τη θρησκοληψία, τον εργαλειακό ευρωπαϊσμό. Πρόκειται για την κομφορμιστική Ελλάδα της καθ' ημάς Ανατολής η οποία διαμορφώνει κάθε φορά το πλαίσιο της πολιτικής προσφοράς. Με άλλα λόγια, είναι αυτή η Ελλάδα που ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης λειτουργεί «κινηματικά» και ρυμουλκεί με τον προσήκοντα κυνισμό τα πολιτικά κόμματα να αντιστοιχηθούν στις θελήσεις της. Οποια από αυτά ανταποκριθούν με αξιοπιστία σε αυτό το αίτημα είναι οι εκλεκτοί της αντιπρόσωποι, χθες το ΠαΣοΚ, σήμερα κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι υπάρχει μια «άλλη Ελλάδα», ισομεγέθης της πρώτης, που της αντιστέκεται. Η άλλη Ελλάδα είναι βέβαια υπαρκτή, αλλά σαφώς μειοψηφική, συνιστά πολιτισμική μειονότητα, είναι ασυντόνιστη, οριακά είναι απολίτικη. Ενώ διαισθάνεται τη μειονοτική μειονεξία της, δεν μπορεί να την πολιτικοποιήσει ώστε να την υπερβεί. Μια βασική αιτία είναι ότι οι εκάστοτε πολιτικοί της εκπρόσωποι δεν μπορούν να μεταφράσουν με αξιοπιστία τις φιλελεύθερες αξίες τους στο ελληνικό ιδίωμα: να «εθνικοποιήσουν» τον φιλελευθερισμό τους ώστε να φιλελευθεροποιήσουν τον ελληνικό εθνικισμό, και ό,τι συναρτάται με αυτόν, τον τυφλό ορθοδοξισμό. Είναι άραγε τυχαίο ότι πολλοί κάνουν λόγο για την αναγκαιότητα το ελληνικό πρόβλημα να καταστεί ευρωπαϊκό, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι το ακριβώς αντίθετο, να εξελληνίσουν τον ευρωπαϊσμό, καθιστώντας τον αναπόσπαστο κομμάτι της λεγόμενης «εσωτερικής πολιτικής»; Γίνεται σαφές ότι πίσω από τον σημερινό εκλογικό διχασμό βρίσκεται ένα μείζον πρόβλημα εθνικής ταυτότητας, το οποίο εργαλειοποιεί την υπαρκτή κοινωνική κρίση. Μια νέα πολιτική ατζέντα, ένα εθνικό πολιτικό σχέδιο για την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση πρέπει να καλύψει το σημερινό στρατηγικό κενό. Ενα σχέδιο άμεσων διαρθρωτικών αλλαγών που θα αλλάζει τους όρους του δημόσιου διαλόγου και θα δημιουργεί νέες κοινωνικές διαιρέσεις, νέες αξιακές συσπειρώσεις. Και κυρίως θα αποσυριζοποιεί τον δημόσιο λόγο, θα μεταφέρει το κέντρο βάρους στα πραγματικά προβλήματα. Γιατί κατά ένα μέρος η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ευρύτερη ιδεολογική ηγεμονία το τελευταίο διάστημα του αριστεροδεξιού εθνικολαϊκισμού, οφείλεται στον ετεροπροσδιορισμό των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Αποσυριζοποίηση σημαίνει ότι το νέο πολιτικό σχέδιο θα διαλύει εμπράκτως τις ψευδαισθήσεις που σκόρπισε ο πολύχρωμος εθνικολαϊκισμός, θέτοντας στην κοινωνία πραγματικά ερωτήματα και προσφέροντας ταυτόχρονα ένα δικαίωμα στην ελπίδα. Η αποσυριζοποίηση του δημόσιου διάλογου προϋποθέτει την αποσυριζοποίηση ως προς την κατασκευή της πραγματικότητας. Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ πάτησε και στο γεγονός ότι στοιχίζοντας την πολιτική του προσφορά στην κοινωνική ζήτηση, περιέγραψε μια πραγματικότητα με τον δικό του τρόπο και πρότεινε «λυτρωτικές» κατευθύνσεις για την υπέρβαση της κρίσης που απέρρεαν από τη δική του περιγραφή μιας ψευδοπραγματικότητας. Γιατί ο «ΣΥΡΙΖΑ» δεν είναι «κόμμα», είναι «πνεύμα», μια νοητική δομή εντός της οποίας συνωθούνται και διασταυρώνονται ο αριστερός μιζεραμπιλιστικός λαϊκισμός με την ελληναράδικη αντιστασιομανία, η νεοκομμουνιστική μετενσάρκωση του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού και η συνάντησή του με τον νεοτριτοκοσμικό αντιευρωπαϊσμό. Η ρηγμάτωση σε αυτή τη νοητική δομή προϋποθέτει μια διαφορετική μυθοπλασία για την ελληνική ταυτότητα, για το «ποιοι είμαστε» και «τι θέλουμε». Χρειάζεται, με άλλα λόγια, ένας εναλλακτικός κινητοποιητικός μύθος που θα διαλύει τις θωπείες της εθνικολαϊκιστικής παραμυθίας, μια ηθικοπολιτική αποσυριζοποίησης των πνευμάτων. Η διάλυση του εθνικολαϊκιστικού μύθου προϋποθέτει την αντικατάστασή του από έναν άλλον: οι χιμαιρικές κατασκευές του εθνικολαϊκισμού πρέπει να αντικατασταθούν από μια ουτοπία του συγκεκριμένου, από σχέδια και πρωτοβουλίες που θα αρθρώνουν τις αξίες της ευθύνης, της επινοητικότητας και της αλληλεγγύης με μια εναλλακτική επανερμηνεία της ίδιας της «ελληνικότητας». Ο σημερινός διχασμός, παρά την επικέντρωσή του στο πεδίο της οικονομίας, δεν έχει οικονομικές αιτίες, αλλά είναι πρωτίστως πολιτισμικός και εγκαλεί τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στην επείγουσα πολιτικοποίησή του. Το να κατανοηθεί με αυτόν τον τρόπο το ελληνικό πρόβλημα είναι το πρώτο βήμα σε μια μακρά διαδικασία για την επίλυσή του. Ο κ. Ανδρέας Πανταζόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο ΑΠΘ.

Saturday, May 12, 2012

Θα φύγω, θα σωπάσω ή θα αντισταθώ;


του Γιάννη Τσαμουργκέλη
protagon.gr


Αυτή η Ελλάδα δεν είναι δική μου. Δεν ανήκω εδώ. Δεν μεγάλωσα σε μια χώρα με ανοχή στις ναζιστικές ιδέες και πολύ περισσότερο στους ανθρώπους της. Δεν μεγάλωσα σε μια χώρα δίχως σεβασμό στη διαφορετική άποψη, στην ιστορία αυτών που αγωνίσθηκαν και πέθαναν για τη δημοκρατία. Δεν κατάλαβα ποτέ ότι ο πολιτισμός των ελλήνων εκτονώνεται σε συνθηματολογίες και αντιπαραθέσεις που ισοπεδώνουν τη λογική, το διάλογο και την επιχειρηματολογία. Δεν εργάσθηκα για να ανέχομαι τον τεμπέλη φοροφυγά της διπλανής πόρτας. Δεν διεκδίκησα για να ανέχομαι την ευνοιοκρατία του αριστερού ή δεξιού κόμματος και τον εκφοβισμό των συνδικαλιστών.  Δεν ονειρεύτηκα σαν τριτοκοσμική φιγούρα με όραμα την Ευρώπη αλλά σαν ισότιμος πολίτης της Ευρώπης.  Της Ευρώπης των πολιτών που σκέπτονται, που έχουν πολιτικές θέσεις, που εκφράζονται δημοκρατικά. Σε μια Ευρώπη που αλλάζει και θα αλλάζει καθημερινά.

Αλλά εγώ θέλω να είμαι εκεί. Στην Ευρώπη.  Και να παλεύω για τις απόψεις μου όπως το κάνω και στην μικρή πατρίδα μου και στην γειτονιά μου και στη δουλειά μου.  Αν διαφωνώ, εκφράζοντας τη διαφωνία μου. Αν κάνω λάθος, διορθώνοντας το. Αν μένω πίσω, προσπαθώντας να αλλάξω.  Αν κάνουν λάθος, προσπαθώντας να τους πείσω.

Σήμερα, ξέρω που η χώρα μου είναι πίσω. Ξέρω που υπολείπεται της σύγχρονης Ευρώπης. Δεν κατοχυρώνει τα ίσα δικαιώματα των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων στην εργασία. Τα ειδικά συμφέροντα και οι συντεχνίες δεν είναι Ευρώπη. Το τεράστιο κράτος που ανακατεύεται σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας μου με βεβαιώσεις, έγγραφα και εξουσιοδοτήσεις δεν είναι Ευρώπη.  Το κοινωνικό κράτος που μεριμνά για τους λίγους και τα φίλια λαμόγια στο όνομα της αλληλεγγύης για τους πολλούς, δεν είναι Ευρώπη.  Η διαφθορά και το λάδωμα δεν είναι Ευρώπη.  Η μαγκιά της φοροδιαφυγής και η ανοχή έναντι αυτής δεν είναι Ευρώπη. Η ανομία και η «νόμιμη» ασυλία κάποιων έναντι του δικαίου δεν είναι Ευρώπη. Οι διακρίσεις υπέρ της θρησκευτικής πλειοψηφίας δεν είναι Ευρώπη.  Το πελατειακό πολιτικό σύστημα των δεξιών και αριστερών ημετέρων δεν είναι Ευρώπη.

Σήμερα ξέρω που η Ευρώπη είναι πίσω. Ξέρω που υπολείπεται της Ευρώπης των λαών. Η κοινωνική αναλγησία και η μη μέριμνα για τους εισοδηματικά αδύνατους δεν είναι Ευρώπη. Η Ευρώπη των τραπεζών δεν είναι Ευρώπη των ίσων ευκαιριών και της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας και της πραγματικής οικονομίας.  Η Ευρώπη της Γερμανίας των ακραίων φιλελεύθερων μονεταριστικών πολιτικών δεν είναι η Ευρώπη που εμπνέεται από τις ιδρυτικές της αρχές.

Ήρθε λοιπόν ή ώρα των αποφάσεων. Θα ανεχθώ μια χώρα με ναζιστική παρουσία στη βουλή; Με ξυλοδαρμούς μέσα και έξω από αυτή; Με τρομοκρατία μεταναστών; Με συμμορίες που θα κρύβουν την προσωπική αδυναμία κάποιων να παλέψουν και να διεκδικήσουν την παρουσία τους στη ζωή; Θα ανεχθώ μια χώρα που εμμένει στην κοινωνία των ειδικών συμφερόντων, των προνομίων των συνδικαλιστών και των πολιτικών φίλων, του κρατισμού, των κλειστών αγορών του ατομικού και συλλογικού παρασιτισμού; 

Θα ενδώσω στην Ευρώπη του συντηρητισμού και των εξαρτήσεων; Θα σωπάσω; Θα αναζητήσω τη τύχη μου αλλού ή θα μείνω αρνούμενος να αποδεχθώ ότι αυτό που μου παρουσιάζουν ως Ελλάδα της επιλογής του λαού είναι και η δική μου Ελλάδα;  Αρνούμενος να ενδώσω στον  παραληρηματικό φόβο της στάσιμης κοινωνίας έναντι των αλλαγών που πρέπει να γίνουν. Αρνούμενος να αποδεχθώ παθητικά το παρελθόν που μου σερβίρουν ως μέλλον.  Λοιπόν!!! Αποφάσισα να αντισταθώ. Πολύ!!! Κυρίες και κύριοι με τις σβάστικες θα μετρηθούμε στο λόγο αλλά και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να μειώσετε κάθε έννοια ανθρωπισμού και το σεβασμό όλων στα ανθρώπινα δικαιώματα τους. 

Κυρίες και κύριοι της παλιάς και νεοσταλινικής αριστεράς θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να αποκλείσετε το δικαίωμα στην εργασία, στην ανάπτυξη, στην ατομική και συλλογική ευημερία στο όνομα των αποφάσεων των δικών σας συλλογικών οργάνων. Κυρίες και κύριοι του πελατειακού συστήματος θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια σας να διατηρήσετε την μετριοκρατία, τα ειδικά συμφέροντα των ημετέρων και τη «δημοκρατία» των μηχανισμών και των κατ’ επάγγελμα εκπροσώπων του λαού. Κυρίες και κύριοι αμετανόητοι μονεταριστές θα μετρηθούμε στο λόγο και στο δρόμο και σε κάθε προσπάθεια αναπαραγωγής των ίδιων εκείνων τραπεζικών και επιχειρηματικών συμφερόντων που μας έφεραν σε αυτή την κρίση. Κυρίες και κύριοι συμπολίτες. Η ώρα της 4ης ελληνικής δημοκρατίας έχει έρθει. Η Ελλάδα της Ευρώπης, η Ελλάδα των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, η Ελλάδα των ίσων ευκαιριών και της πραγματικής κοινωνικής μέριμνας και αλληλεγγύης, η Ελλάδα της δημιουργίας και της παραγωγής, η Ελλάδα των θεσμών, της ανάπτυξης και της προόδου, η Ελλάδα της πραγματικής δημοκρατίας των πολιτών είναι εδώ. Για αυτήν θα αντισταθώ και θα παλέψω. Για αυτήν και τη δεκάχρονη κόρη μου που έχει το απόλυτο δικαίωμα να μεγαλώσει σε μια αναπτυγμένη και οικονομικά ισχυρή χώρα πολιτισμού, με αξίες μιας σύγχρονης δημοκρατίας, σε μια Ευρώπη των λαών.

*Ο Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι διδάκτωρ της Οξφόρδης και Επίκουρος Καθηγητής της Διεθνούς Οικονομικής στο Παν/μιο του Αιγαίου



Saturday, May 5, 2012

Δημοκρατία χωρίς δημοκράτες;


Του Δημοσθένη Κούρτοβικ

ΤΑ ΝΕΑ

Στην πολιτική ζωή, όπως και στην προσωπική, υπάρχουν γεγονότα που περνούν απαρατήρητα ή φαίνονται ασήμαντα τη στιγμή που συμβαίνουν, αλλά κάποια στιγμή αργότερα διαπιστώνουμε ότι κυοφορούσαν το μέλλον μας. Οι «συνέπειες της παλαιάς ιστορίας», για να κοπιάρουμε τον Βιζυηνό, μπορεί ν' αργήσουν να εκδηλωθούν, αλλά, όταν έρθει η ώρα τους, γίνονται σεισμός που σμπαραλιάζει τις ιδέες και τις συνήθειές μας.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και είναι πολύ πιθανό να επισφραγιστεί στις αυριανές εκλογές είναι κάτι που είχε προαναγγελθεί τους πρώτους κιόλας μήνες της Μεταπολίτευσης, μόνο που τα μάτια και τ' αυτιά μας είχαν τότε φίλτρα που έβαζαν φραγή στον οιωνό.
Τον τελευταίο καιρό συγκρίνεται ανήσυχα η σημερινή πολιτικοκοινωνική κατάσταση της χώρας μας με την επιθανάτια φάση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Αν και υπάρχει πάντα πρόχειρο το αντεπιχείρημα (που μερικές φορές χρησιμοποιείται με απαράδεκτη μακαριότητα) ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, πολύ περισσότερο σε χώρες με διαφορετική δομή και κουλτούρα, οι αναλογίες είναι υπερβολικά χτυπητές για να τις παρακάμψει κανείς: θηριώδης ανεργία κι εξαθλίωση, αισθήματα εθνικής ταπείνωσης και οργής για τους επαχθείς όρους που επέβαλαν οι ξένοι (εκεί οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εδώ οι διεθνείς δανειστές), ραγδαία ριζοσπαστικοποίηση των μεσαίων στρωμάτων προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος, καθημερινή βία στους δρόμους, ασυνεννοησία των δημοκρατικών δυνάμεων ακόμα και μπροστά στον κίνδυνο ανατροπής της δημοκρατίας.
Ας προστεθεί σε όλα αυτά και μια άλλη, παράδοξη ομοιότητα: τα πράγματα χειροτέρευαν τη στιγμή που έδειχναν να καλυτερεύουν. Δεν εμπόδισε την πυραυλική εκλογική άνοδο των εθνικοσοσιαλιστών το ότι η Γερμανία, λίγο πριν, είχε απαλλαγεί από το σύνολο σχεδόν των υπολειπόμενων (ακόμα τεράστιων) υποχρεώσεών της σε πολεμικές αποζημιώσεις, όπως σ' εμάς το κούρεμα του χρέους με το PSI δεν εμπόδισε την περαιτέρω ενίσχυση, τουλάχιστον δημοσκοπικά, των ακραίων πολιτικών σχηματισμών.
Ωστόσο, η βαθύτερη και γι' αυτό ανησυχητικότερη ομοιότητα βρίσκεται αλλού. Ο ιός που κατέλυσε τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν εγγεγραμμένος εξαρχής στον γενετικό κώδικά της, όπως και ο ιός που απειλεί τη δική μας δημοκρατία της Μεταπολίτευσης.
Από τη γέννησή της, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν ουσιαστικά μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες. Τα περισσότερα πολιτικά κόμματα την έβλεπαν, καθένα από τη δική του σκοπιά, ως ένα προσωρινό και όχι άξιο προάσπισης καθεστώς, και το ίδιο αισθανόταν ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Κακά τα ψέματα, κάτι παρόμοιο ισχύει και για τη δική μας Μεταπολίτευση. Ας θυμηθούμε τη δήλωση του Ανδρέα Παπανδρέου λίγο μετά την πτώση της Χούντας ότι «άλλαξε το νατοϊκό καθεστώς κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς», θέση που όρισε τη νοοτροπία του ΠΑΣΟΚ για τουλάχιστον μια δεκαετία. Για το ΚΚΕ και άλλες εκφράσεις της Αριστεράς η Μεταπολίτευση ήταν μια παρένθεση πριν από την επανάσταση, που τότε φαινόταν κοντά (ακόμα και στις εκλογές της 18 Οκτωβρίου 1981 το ΚΚΕ έθετε ως ελάχιστο στόχο του το 17 %, την ίδια στιγμή που οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ φώναζαν εν χορώ στο Σύνταγμα «Στις 18 σοσιαλισμός»!). Αλλά και για το μεγαλύτερο μέρος της Δεξιάς εκείνης της εποχής το μεταπολιτευτικό σύστημα σήμαινε, ή όφειλε να σημαίνει, τη συνέχιση της δικής της μετεμφυλιακής κυριαρχίας με τους όρους μιας ντεμί και υπό αίρεση δημοκρατίας. Τέλος, αν δεν θέλουμε να εξακολουθήσουμε να κοροϊδευόμαστε, πρέπει ν' αναγνωρίσουμε ότι μεγάλες μερίδες του ελληνικού λαού συμμερίζονταν αυτή τη δυσπιστία, ακηδία ή και ανοιχτή περιφρόνηση για την αλλαγή που έφερε η τομή του 1974.
Μπορεί να υπήρξε αργότερα μια κάποια τροποποίηση αυτής της στάσης, αλλά ήταν παθητική, συνδεόταν άμεσα με την καταναλωτική ευφορία της εποχής των παχιών αγελάδων κι εξάλλου δεν αγκάλιαζε όλες τις δυνάμεις που εκπροσωπούνταν στη Βουλή. Επιπλέον, η διάχυτη αντίληψη ότι η «αστική δημοκρατία» και το κράτος δικαίου δεν παρέχουν αρκετές ελευθερίες και αρκετά δικαιώματα, όπως τα εννοούσαν τα διάφορα άτομα, σόγια και ομάδες, εκτίναξε τις πελατειακές συναλλαγές, υποδαύλισε τη συντεχνιακή ασυδοσία και νομιμοποίησε de facto κάθε μέθοδο διεκδίκησης.
Έτσι, όταν ενέσκηψε ο Αρμαγεδδών της χρεοκοπίας, κατέρρευσε η αβαθύρριζη κι εύθραυστη δημοκρατική συναίνεση του όψιμου σταδίου της Μεταπολίτευσης. Δεν αναδείχτηκαν μόνον οι παθογένειες της διαχείρισης της εξουσίας από τα κόμματα που την άσκησαν αλλά ήρθαν στην επιφάνεια, με πολλαπλασιασμένη ένταση, και οι παθογένειες ολόκληρης της πολιτικής κουλτούρας, του συνόλου των πολιτικών ηθών και νοοτροπιών που σφράγισαν αυτό το κεφάλαιο της νεοελληνικής ιστορίας. Το ερώτημα αν έχουμε κι εδώ μια δημοκρατία χωρίς δημοκράτες, όσο προκλητικό κι αν φανεί σε πολλούς, δεν είναι άτοπο.

Οσα παρακολουθήσαμε την προεκλογική περίοδο δεν αφήνουν πολύ περιθώριο για αισιοδοξία. Ενα πολιτικό σύστημα μπορεί ν' αναγεννηθεί είτε με την εκτεταμένη αυτοκάθαρση των παλιότερων κομμάτων είτε με τη δυναμική ανάδυση πραγματικά καινούργιων πολιτικών φορέων. Δεν βλέπουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Τα κόμματά μας, παλιά και νεοπαγή, θυμίζουν αποκεφαλισμένα κοτόπουλα που τρέχουν ακόμα κι επιμένουν μάλιστα να τσακώνονται, λίγο πριν σωριαστούν νεκρά.
Δεν μ' ενδιαφέρει η τύχη τους, χωριστά. Μ' ενδιαφέρει όμως η τύχη της δημοκρατίας μας.

Sunday, April 22, 2012

Στις εκλογές δεν ψηφίζουμε πρόσωπα


της Βάσως Κιντή
18/04/2012
protagon.gr 


Μία από τις θέσεις που κυκλοφορούν σχετικά με τις εκλογές, ειδικά από ανθρώπους του μεταρρυθμιστικού ρεύματος, είναι να ενισχυθούν οι υποψήφιοι σε όλα τα κόμματα που υποστηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις. Με τη θέση αυτή διαφωνώ.
Στις εκλογές δεν ψηφίζουμε πρόσωπα - μόνο δευτερευόντως. Ούτε ψηφίζουμε για να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας σταυρώνοντας μεμονωμένους υποψηφίους που θεωρούμε πως συμφωνούν με μας. Ψηφίζουμε πρωτίστως κόμματα διότι αυτά θα κληθούν να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας. Αυτή είναι η ευθύνη μας ως ψηφοφόρων. Η ψήφος στα πρόσωπα έχει σημασία μόνο εάν προηγείται η κρίση για το ποιο κόμμα μπορεί να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται. Η εμπειρία των προηγούμενων 2,5 χρόνων έδειξε ότι, με την εξαίρεση των δύο μεγάλων κομμάτων (τελικά), της ΔηΣυ και της Δράσης, τα υπόλοιπα κόμματα πολιτεύτηκαν είτε με ιδεολογία καθαρά αντιμεταρρυθμιστική είτε με γνώμονα το στενό μικροκομματικό τους συμφέρον. Υπέταξαν το μέλλον της χώρας και των ανθρώπων της στη μέριμνα για να βγουν βουλευτές και άφησαν τις κρίσιμες αποφάσεις στη Βουλή στα χέρια ανεύθυνων και ανερμάτιστων βουλευτών που άλλαζαν θέση και κόμματα ανάλογα με το τι κάθε στιγμή θεωρούσαν ότι τους συμφέρει. Αν δεν υπήρχαν τα κόμματα και οι βουλευτές τους που πήραν δύσκολες αποφάσεις, θα σερνόμασταν σήμερα στα ερείπια με πολιτικούς εκπροσώπους τον Δημαρά, τον Καμμένο, τη Μιλένα, τον Κουρουπλή, τον Αμοιρίδη, ή τη Σοφία Σακοράφα.

Δεν αμφιβάλλω ότι το συμφέρον τους κοίταξαν και τα κόμματα που υποστήριξαν τις μεταρρυθμίσεις. Αλλά το δικό τους συμφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση συμβαίνει να εναρμονίζεται με το συμφέρον της χώρας. Η σύμπτωση αυτή δεν είναι τυχαία. Στη Δράση π.χ., είναι ζήτημα ιδεολογικό, υποστηρίζει ως κόμμα τις μεταρρυθμίσεις ανεξάρτητα από τη συγκυρία και το Μνημόνιο. Τα δε μεγάλα κόμματα, ακόμη κι αν δεν εμφορούνται από ανιδιοτελές αίσθημα εθνικής ευθύνης, χρειάζεται να φροντίσουν για το μέλλον εκατομμυρίων ψηφοφόρων τους, για να διατηρήσουν, έστω κυνικά, την απήχησή τους και συνεπώς τις προοπτικές τους για διακυβέρνηση. Υπ’ αυτή την έννοια δεν θα μπορούσαν, και δεν μπορούν, να ενεργήσουν εντελώς ανεύθυνα, να αφήσουν τη χώρα να χρεοκοπήσει, να κόψουν τους δεσμούς τους με τους Ευρωπαίους συμμάχους τους. Μα, θα πείτε, ως τώρα τι έκαναν; Δεν μας έφεραν αυτά τα κόμματα στο χείλος της χρεοκοπίας; Ναι, βεβαίως. Ωστόσο σήμερα και η δική τους διάσωση ως κομμάτων εξουσίας περνάει μέσα από τη διάσωση της χώρας που αποτελεί την ύψιστη προτεραιότητα. Επιπλέον είναι κοντά στα κέντρα αποφάσεων και δεν μπορούν εύκολα να ισχυριστούν ότι δεν ξέρουν πώς έχουν τα πράγματα και τι πρόκειται να συμβεί.

Στην προηγούμενη βουλή υπήρξαν μεταρρυθμιστές βουλευτές που δεν εκφράζονταν από τις επίσημες αντιμεταρρυθμιστικές θέσεις των κομμάτων τους. Μπορεί η παρουσία τους να ήταν εν γένει θετική όμως η επιρροή τους στα κρίσιμα ζητήματα ήταν μηδαμινή αν δεν έγερνε υπέρ των δυνάμεων της αδρανείας . Είτε σιωπούσαν, είτε απουσίαζαν είτε εν τέλει υποτάσσονταν στην κομματική γραμμή. Δεν μπόρεσαν να εκπροσωπήσουν τις κρίσιμες στιγμές τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας. Τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι νέοι μεταρρυθμιστές βουλευτές σε κόμματα με (ρητά ή υπόρρητα) αντιμεταρρυθμιστική πολιτική μπορεί να έχουν άλλη συμπεριφορά; Εάν ακολουθήσουν στη θητεία τους μία απαρέγκλιτα συνεπή μεταρρυθμιστική γραμμή σε διάσταση με τις επίσημες θέσεις του κόμματός τους, θα έχουν χρησιμοποιήσει το σημερινό αντιμεταρρυθμιστικό κόμμα τους απλώς ως όχημα για να εκλεγούν. Κι αν βρίσκονται διαρκώς σε δίλημμα τι να πράξουν, τότε πάλι θα αφήσουν εμάς και τη χώρα έρμαια τυχαίων κάθε φορά πλειοψηφιών. Θα παρακολουθούμε το δράμα πόσες ψήφοι μαζεύτηκαν. Μπορεί τα κόμματά τους με την παρουσία των μεταρρυθμιστών να αλλάξουν; Δεν νομίζω. Η εμπειρία δείχνει ότι τα κόμματα λειτουργούν, κατά κανόνα, αντιδημοκρατικά. Παρακάμπτουν, παραπληροφορούν ή χειραγωγούν τα όργανα ώστε να επικρατήσουν με κάθε τρόπο οι επιλογές της ηγετικής ομάδας (ιδίως μάλιστα όταν αυτές είναι μειοψηφικές).

Επομένως η θέση μου είναι ότι δεν ψηφίζουμε εν γένει καλούς και σοβαρούς ανθρώπους. Ψηφίζουμε κόμματα. Όσοι ενδιαφερόμαστε για την ευρωπαϊκή προοπτική και τη μεταρρύθμιση της χώρας έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε κόμματα που με τις θέσεις, τη στάση και την πολιτική τους έχουν δείξει ότι τάσσονται, έστω εκ των πραγμάτων αλλά χωρίς υπεκφυγές, υπέρ των αναγκαίων μεγάλων αλλαγών αναλαμβάνοντας την ευθύνη και το πολιτικό κόστος που αυτή η στάση συνεπάγεται. Από τα κόμματα αυτά θα ξεχώριζα εκείνα που θεωρώ πιο αξιόπιστα σε επίπεδο θέσεων, προσώπων και προηγούμενης πολιτικής. Τα άλλα κόμματα, αυτά που αντιστρατεύονται ευθέως τις μεταρρυθμίσεις ή ψαρεύουν στα θολά νερά, θα πρέπει πρώτα, πριν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πρόσωπα, να μας πείσουν ως κόμματα ότι σκέφτονται σοβαρά και όχι μικροκομματικά τα προβλήματα της χώρας.

*Η Βάσω Κιντή είναι Αν. καθηγήτρια φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών.

Monday, March 26, 2012

Βία, δημοκρατία και φρούτα εποχής...

Η αύξουσα διάλυση του συντεταγμένου πολιτικού και κοινωνικού βίου χτυπά όλο και πιο συχνά το καμπανάκι

Του Γιάννη Βούλγαρη
ΤΑ ΝΕΑ Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Η εθνική γιορτή που απειλείται από τα γιουρούσια των κόκκινων και των μαύρων «αγανακτισμένων», γήπεδα που γίνονται πεδία μάχης, το αθηναϊκό κέντρο που καίγεται και βανδαλίζεται, διαχεόμενη εγκληματικότητα, σπείρες δημοσίων υπαλλήλων που κάνουν μπάζες ιδιοποιούμενες τους κρατικούς θεσμούς, η αριστερή ιδεολογική νομιμοποίηση και παρακίνηση στην «ανυπακοή» προς ένα κράτος υπό διάλυση, τα εγγόνια των ταγματασφαλιτών που κηρύσσουν από το Δίστομο αντιγερμανικό αγώνα, η δικαστική επιβεβαίωση των παρανομιών μεγαλοπαραγόντων του δημόσιου βίου. Η ανομία, η αύξουσα διάλυση του συντεταγμένου πολιτικού και κοινωνικού βίου, χτυπά όλο και πιο συχνά πλέον το καμπανάκι. Η κρίση διαβρώνει συστηματικά τη νομιμοποίηση του κράτους και τη συμβολική ενοποιητική λειτουργία του έθνους.
Εκ πρώτης όψεως οι ανησυχητικές αυτές δυναμικές εξηγούνται με το μέγεθος και τις επιπτώσεις της εθνικής κρίσης. Οι διαστάσεις όμως που προσλαμβάνουν δείχνει ότι κάτι σάπιο προϋπήρχε και δούλευε ως πρόβλημα ή έρπουσα παρακμή του «μεταπολιτευτικού δημοκρατικού κεκτημένου». Πολλά άλλωστε από τα ανωτέρω φαινόμενα είχαν ήδη εκδηλωθεί προ της κρίσης: από τη διάχυτη διαφθορά των «πάνω» και των «μεσαίων», από τον αντιδημοκρατικό λαϊκισμό που διέτρεχε τις πρακτικές όλων των πολιτικών παρατάξεων, ώς το μηδενιστικό καταστροφικό μένος του «νεοαναρχισμού» και των «μπαχαλάκηδων». Πώς η περίοδος της ομαλότερης λειτουργίας της Δημοκρατίας παρήγαγε και παράγει τέτοιες αντιδημοκρατικές ανομικές συμπεριφορές; Η συζήτηση είναι μεγάλη αλλά θα πρέπει να γίνει, σαν αναστοχασμός της μεταπολιτευτικής περιόδου και με επίγνωση του λεπτού και αντιφατικού χαρακτήρα της Δημοκρατίας. Οι δημοκρατικοί θεσμοί μπορεί να ενισχύουν καλές δημοκρατικές πρακτικές, εφόσον όμως μεσολαβεί μια ανάλογη πολιτική συμπεριφορά και ένα ανάλογο δημοκρατικό ήθος. Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα αυτή η μεσολάβηση αποτυπώθηκε στη συμβίωση και στη διαπάλη αντίρροπων τάσεων και νοοτροπιών. Η δημοκρατική κουλτούρα, η ανεκτικότητα και ο ορθολογισμός ενισχύθηκαν από τη σταθεροποίηση της δημοκρατίας και την κοινωνική ανέλιξη. Ταυτόχρονα όμως συμπλέχτηκε με την κυρίαρχη πολιτικοκομματική πρακτική της δημαγωγίας και της συναλλαγής μεταξύ εξουσίας, ατόμων, οργανωμένων συμφερόντων και τοπικών κοινωνιών. Δημοκρατική κουλτούρα και εκδημοκρατισμός της πολιτικο-οικονομικής συναλλαγής συνυφάνθηκαν με διαβρωτικά αποτελέσματα για το κύρος του κράτους και των θεσμών. Ο «νέος πολιτισμός» του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστικού καπιταλισμού ενίσχυσε τις παθογένειες κορυφώνοντας τον άκρατο καταναλωτισμό, τον «κτητικό ατομισμό» και τον μεταμοντέρνο ηδονισμό. Ετσι, η νεοαποκτηθείσα ευημερία αποκοβόταν βαθμιαία από τη δημιουργική εργασία και το υγιές κέρδος, ο καταναλωτισμός από την παραγωγή και ο ατομισμός από το δημόσιο συμφέρον. Οι ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές ήταν όλο και περισσότερο ανοιχτές τόσο στην προοπτική του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού όσο και της διάχυσης της κοινωνικής ανομίας και της διαφθοράς. Η συγκεχυμένη συμβίωση διατηρείτο όσο η ανάπτυξη και ο δανεισμός τροφοδοτούσαν όλες αυτές τις συνιστώσες της μεταπολιτευτικής κουλτούρας.
Η κρίση ανέτρεψε αυτή τη συνθήκη καθιστώντας τις αντίρροπες δυναμικές ανοιχτά συγκρουόμενες. Το κύρος του κράτους και το έθνος ως κοινότητα αλληλεγγύης δοκιμάζονται. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η δημοσκοπική προς το παρόν αποδόμηση του κομματικού συστήματος, καταλήγει να είναι σχεδόν επιφαινόμενο ευρύτερων και εν μέρει επικίνδυνων μεταβολών. Στην ουσία, αλλάζουν και κατά κανόνα φθείρονται βασικές συντεταγμένες της νομιμοποίησης της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.
Οι θεσμοί και το πνεύμα μιας εποχής καθορίζονται από την ιστορική εμπειρία και τα τραύματα που η χώρα θέλει να υπερβεί με τη νέα θέσμισή της. Η μεταπολιτευτική Ελλάδα ήθελε να αφήσει πίσω τη δικτατορία και την «ελεγχόμενη» μετεμφυλιακή δημοκρατία των αποκλεισμών και των διακρίσεων. Στο νέο δημοκρατικό πλαίσιο οι τρεις ιστορικές παρατάξεις αλληλοαναγνωρίστηκαν ως πολιτικοί αντίπαλοι και όχι ως εχθροί. Η ομαλή εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία σταθεροποίησε το σύστημα, η παραδοσιακή Αριστερά παρά την προσκόλλησή της στο σοβιετικό μοντέλο αναγνώρισε την αξία της δημοκρατίας, ενώ από την άλλη, η Ακροδεξιά ήταν απονομιμοποιημένη λόγω του αντιφασιστικού χαρακτήρα της Μεταπολίτευσης. Στα μυαλά των πολιτών και στις τεχνικές των δημοσκόπων, ο κομματικός ανταγωνισμός μπορούσε να αναπαρασταθεί σε έναν άξονα Αριστερά-Δεξιά. Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αυτή η μεταπολιτευτική δημοκρατία δέχεται πολλαπλές επιθέσεις. Ο αριστερός και δεξιός εξτρεμισμός προσπαθεί να την εξομοιώσει με τη δικτατορία, η λαϊκιστική αντιπολιτική επιθετικότητα των απογοητευμένων πρώην πελατών του κομματικού κράτους, την υποβιβάζει σε «κλεπτοκρατία», η παραδοσιακή Αριστερά χωρίς πρόγραμμα και σχέδιο, σιγοντάρει την απονομιμοποίηση με τη ρητορική της ανυπακοής ή της «αντίστασης». Ο χώρος του κομματικού ανταγωνισμού μεταβάλλεται, μοιάζοντας όλο και περισσότερο με πέταλο, καθώς οι αντίθετοι εξτρεμισμοί συνυπάρχουν και συχνά επιτίθενται από κοινού σαν φαιοκόκκινο μέτωπο. Οι ιστορικές διαχωριστικές γραμμές και ευαισθησίες σβήνουν, τόσο ώστε ο κ. Καμμένος, άνετος, να μην αποκλείει τη συμμαχία του ακροδεξιού κόμματός του με το ΚΚΕ (!).
Η μεταπολιτευτική Ελλάδα, διδαγμένη από την περίοδο της «εθνικοφροσύνης», έπαψε να χρησιμοποιεί το Εθνος σαν μια υπερβατική συλλογικότητα στην οποία κάποια από τις επιμέρους παρατάξεις είχε ιδιαίτερα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και μπορούσε να αποκλείσει τους πολιτικούς αντιπάλους, θεωρώντας τους «προδότες» και «μιάσματα». Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αναβιώνει με ευθύνη της παραδοσιακής Αριστεράς και της Ακροδεξιάς μια αποκρουστική νέα «εθνικοφροσύνη» που θέλει να αναγορεύσει και πάλι τους πολιτικούς αντιπάλους σε εχθρούς και όργανα «ξένων δυνάμεων».
Η μεταπολιτευτική Ελλάδα «κατασκεύασε» το πολιτικό υποκείμενο «κυρίαρχος Λαός» σε αντιδιαστολή με τη μετεμφυλιακή πραγματικότητα στην οποία εξωθεσμικά και εξωκοινοβουλευτικά κέντρα νέμονταν μέρος τουλάχιστον της εξουσίας. Μετά τη χούντα, ο «Λαός» ήταν ανώτερος από το σύνολο των ατόμων που τον αποτελούσαν, γιατί η ίδια η συγκρότησή του ταυτιζόταν με τη Δημοκρατία και το γενικό συμφέρον. Ο λαϊκισμός αργότερα μετέτρεψε τον κυρίαρχο λαό σε πρόσχημα για τη νομιμοποίηση ποικίλων ιδιωτικών και συντεχνιακών συμφερόντων εις βάρος του γενικού. Στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αυτός ο ιδιωτικοποιημένος λαός, που κατακερματίστηκε πριν συντεχνιακά, σκορπίζεται πολιτικοκομματικά, μέσα στη σύγχυση που έχει προκαλέσει η απότομη οικονομική πτώση. Αναζητά αλαφιασμένος τον δρόμο της εθνικής ανασυγκρότησης, αναζητά δηλαδή μια νέα σχέση του ατομικού με το γενικό συμφέρον έτσι ώστε να ανασυσταθεί και ο ίδιος ως Λαός αντί της «αγανακτισμένης» μάζας.
Ολα αυτά σημαίνουν ότι στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, η γεωπολιτική θέση της χώρας και ο πολιτισμός της Δημοκρατίας γίνονται και πάλι διακύβευμα που χωρίζει τις κομματικές δυνάμεις. Το «μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο» έχει διαβρωθεί από τις δικές του αντιφάσεις, και τις επιθέσεις που δέχεται από δυνάμεις και συμπεριφορές που κινούνται πλέον εκτός αυτού του πλαισίου. Κατά τούτο, οι αναταράξεις στο κομματικό σύστημα αντανακλούν ευρύτερες μεταβολές με επικίνδυνες ενδεχομένως απολήξεις. Μπροστά στις εκλογές, το τόξο των πολιτικών δυνάμεων από τη φιλοευρωπαϊκή Δεξιά ώς τη δημοκρατική Αριστερά, τόξο που πρεσβεύει την ανασυγκρότηση της χώρας μέσα στην Ευρώπη και το ευρώ, έχει δύσκολο έργο. Δεν είναι εύκολο να καταστρώσεις μια εθνική πρόταση ανασυγκρότησης που να αντιμετωπίζει την κρίση και να αποκαθιστά την αξιοπρέπεια της χώρας στην Ευρώπη η οποία συγκροτείται πλέον πολιτικά αλλά όχι ακόμα δημοκρατικά. Ούτε είναι εύκολο να διασώσεις το «μεταπολιτευτικό δημοκρατικό κεκτημένο» ανανεώνοντάς το μέσα από τον αυτοκριτικό αναστοχασμό, πόσω μάλλον να επαναξιοδοτήσεις τη δημοκρατία ώστε να περιλάβει υλικά και ηθικά τις νεότερες ηλικίες.
Η ελπίδα είναι ότι το τόξο αυτό που εκφράζει μια ικανή πολιτικοκοινωνική πλειοψηφία και ενστερνίζεται τον ευρωπαϊκό δρόμο, θα συνειδητοποιήσει το ιστορικό διακύβευμα και θα θελήσει να περιφρουρήσει τον συντεταγμένο δημοκρατικό βίο που κατακτήθηκε, καθώς η κρίση παράγει πλέον περίεργα φρούτα εποχής.

Monday, March 19, 2012

Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο

Αντώνης Λιάκος


Στην ωραία ταινία Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο, που παίζεται ακόμη στους κινηματογράφους, ο πρωταγωνιστής – συνδικαλιστής εργάτης σε ναυπηγείο στη Μασσαλία- καθώς απολύεται, βάζοντας και τον εαυτό του στην κληρωτίδα όσων είχε συμφωνήσει το συνδικάτο με την εργοδοσία να απολύσει, ξηλώνει απ΄ το αρμάρι του και παίρνει μαζί με τα πράγματά του, μια φωτογραφία:  Τον  Ζαν Ζωρές, το σύμβολο του γαλλικού σοσιαλισμού, να μιλά στο πλήθος. Η σκηνή φέρνει κάτι από το τέλος της σοσιαλδημοκρατίας, εκείνης που ταυτίστηκε με τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις  και το κοινωνικό συμβόλαιο, για να καταλήξει να διαχειρίζεται τις απολύσεις. Η σοσιαλδημοκρατία που αμάρτησε για το παιδί της, αλλά δεν το έσωσε.

Ο μεσήλικας πρωταγωνιστής θα ληστευτεί μετά από λίγο, από   νεαρό, επίσης   απολυμένο από τα ίδια ναυπηγεία, για τον οποίο –και για τη γενιά του-  δεν ίσχυαν πλέον οι ίδιοι εργασιακοί και ασφαλιστικοί όροι, τα ίδια «προνόμια» θα έλεγαν κάποιοι.    Οι σκηνές θα μπορούσαν να εκτυλιχθούν και στην Ελλάδα, με την διαφορά ότι εδώ οι φωστήρες των μεταρρυθμίσεων, συνήθως πανεπιστημιακοί που θα τους βρεις ευκολότερα στα κυβερνητικά γραφεία παρά στις αίθουσες διδασκαλίας και στα σπουδαστήρια, θα μιλούσαν για   προνομιούχα ρετιρέ και συντεχνίες που ενισχύουν την κοινωνική αδικία σε βάρος των άλλων εργατών.

Αποτοξινωθείτε από το λόγο τους πηγαίνοντας να δείτε την ταινία.    Ακουμπήστε μέσω της τέχνης μια εμπειρία την οποία τη ζείτε καθημερινά αλλά δεν εκφράζεται στο δημόσιο λόγο. Μπορεί και σεις να την προσπερνάτε. Το φίλμ είναι ένα μελαγχολικό σχόλιο πάνω στο τέλος ενός κόσμου, αυτού του μεταπολεμικού, που θεμελιώθηκε πάνω σε τρεις αρχές: την οικονομική ανάπτυξη, τη δημοκρατία, το κράτος πρόνοιας. Λειτούργησαν πουθενά ιδεοτυπικά; Όχι. Εδώ μάλιστα χειρότερα. Αλλά αυτός δεν είναι λόγος να πετάξουμε το μωρό μαζί με τ’ απόνερα.

Η σοσιαλδημοκρατία λοιπόν, βρέθηκε σε άμυνα στη δεκαετία του ’90. Οι πολιτικές της, κευνσιανισμός και κράτος πρόνοιας,   φαίνονταν πλέον αντιαναπτυξιακές και χωρίς απόδοση μπροστά στη λαίλαπα των αγορών, της παγκοσμιοποίησης, της νέας χρηματοπιστωτικής επέκτασης, του νεοφιλελευθερισμού. Ο κίνδυνος να σπρωχτεί στο περιθώριο την οδήγησε στο να υιοθετήσει την πολιτική των αντιπάλων της, μερικές φορές προσπαθώντας να την προσαρμόσει, μερικές υπερακοντίζοντάς  την. Ενας-ένας καταρρίφθηκαν οι πύργοι της. Η καταγγελία της γραφειοκρατίας συμπαρέσυρε την έννοια και τις αντιλήψεις για το ρόλο του κράτους, τη συλλογικότητα, την έννοια δημόσιο αγαθό· η καταγγελία της διαφθοράς την οποιαδήποτε ανάμειξη της πολιτικής στην οικονομία, εκτός βέβαια από την στήριξή της· η καταγγελία της τεμπελιάς απονομιμοποιησε το κράτος πρόνοιας και την εργατική νομοθεσία· η αποκήρυξη των συντεχνιών κατέληξε σε πλήρη απαξίωση του συνδικαλισμού και των συλλογικών συμφωνιών. Κι όλα αυτά με μια λαϊκιστική ρητορική υπέρ των απόκληρων, εκείνων που το παλιό κράτος πρόνοιας δεν μπορούσε να περιλάβει.

Είκοσι χρόνια ζήσαμε μέσα σε αυτή την μεγάλη αλλαγή, στο πάρτυ της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, ή όπως αλλιώς συμφωνήσουμε να τον ονομάσουμε.  Τώρα ήλθε η ώρα των λογαριασμών. Άλλες χώρες τιμωρούνται  επειδή δεν προσαρμόστηκαν, άλλες επειδή παρα-προσαρμόστηκαν και μερικές επειδή μισο-προσαρμόστηκαν στους νέους κανόνες του παιχνιδιού. Κάπως έτσι η καινούργια κατάσταση βάζει την σοσιαλδημοκρατία σε νέα διλήμματα.  Ακολουθώντας την πεπατημένη δεν φαίνεται να μπορεί να διαφοροποιηθεί από τα συντηρητικά κόμματα. Από την άλλη μεριά, καθώς πολλά δεξιά κόμματα διολισθαίνουν προς τον δεξιό λαϊκισμό, η σοσιαλδημοκρατία εμφανίζεται ως ο μόνος υποστηρικτής των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Αυτός είναι ένας σίγουρος τρόπος αποκοπής της από την κοινωνία. Αν σοσιαλδημοκρατία όμως σημαίνει κοινωνική μεταρρύθμιση, χρειάζονται νέες ιδέες και δημιουργικότητα για να κατανοήσουμε πως θα υπερασπίσουμε την κοινωνία και τη δημοκρατία στις νέες συνθήκες. Τι σημαίνει σήμερα κοινωνική μεταρρύθμιση είναι ένα μείζον πρόβλημα.  Το βασικό πρόβλημα.




Tuesday, February 28, 2012

Crack of Doom

And so your life's been a success
And you have pleasure in excess
Don't worry it will all end soon
The crack of doom is coming soon
And so your future's looking bright
And you've reached the giddy heights
Don't worry it will soon end
It is all shallow and pretend
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom
Is coming soon
Ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
And so your life
Your life has failed
You've made the progress of a snail
Don't worry you'll get your revenge
For we're all equal in the end
The small and mighty all the same
This life a shallow, facile game
Where every empire turns to dust
And every ego will be crushed
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom
Is coming soon
Ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha-ha
ha-ha
And every dream, hope and desire
Is just a flicker in the fire
And that fire it will consume
The crack of doom
Is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom is coming soon
The crack of doom
doom
Is coming soon


From The Tiger Lillies' album "Bad blood and blasphemy" 1999

Sunday, February 12, 2012

Lasst die Griechen in Ruhe!

ZEIT ONLINE

Αφήστε ήσυχους τους Έλληνες!

Ειδήσεις από μια διχασμένη Ευρώπη: Η Γερμανία αυξάνει για πρώτη φορά τις εξαγωγές της στο ένα τρις. ευρώ. Η οικονομία ανθεί, τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται, η ανεργία μειώνεται…Γερμανία: μία νήσος των μακάρων. Αντίθετα η Ελλάδα: μια χώρα στο χείλος του γκρεμού και σε αναταραχή. Η μεταβατική κυβέρνηση αποφασίζει ένα νέο πακέτο δραστικών μέτρων υπό την πίεση της τρόικας. Οι μισθοί πρέπει να μειωθούν κατά 20 με 30%. Μέχρι το 2015 πρέπει να απολυθούν από το Δημόσιο 150.000 άτομα. Η οικονομία συρρικνώνεται, φέτος μάλιστα ίσως και κατά 8% και πλέον. Η χώρα παραμένει αμετάβλητα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας
Κι όμως, το δεύτερο πακέτο βοήθειας της ΕΕ συνολικού ύψους 130 δις. ευρώ, παρακρατείται. Οι Υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης αμφιβάλλουν ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου και τα κόμματα που τη στηρίζουν θα εφαρμόσουν πράγματι τα εξαγγελθέντα μέτρα λιτότητας. Και δικαίως. Γιατί οι ήδη αποφασισθείσες περικοπές δεν αποδίδουν, επειδή απλώς καθιστούν τα προβλήματα οξύτερα. Και επειδή οι αντιδράσεις των Ελλήνων για το πρόγραμμα φτωχοποίησής τους, αλλά και την κηδεμονία της χώρας τους είναι ευνόητα μεγάλες.
Είναι αυτή προοπτική μιας ενωμένης Ευρώπης; Μια χώρα κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού και της δημοκρατίας, που πρακτικά μεταβάλλεται σε προτεκτοράτο των Βρυξελλών, χωρίς ελπίδα βελτίωσης. Μια ήπειρος, που διχάζεται όλο και περισσότερο ανάμεσα σε έναν ευημερούντα Βορρά και σε έναν Νότο σε έσχατη ανάγκη, όπου οι άνθρωποι δεν ξέρουν καν πώς θα πληρώσουν το ψωμί της ημέρας. Ενώ στη Γερμανία ο κυβερνητικός συνασπισμός σκέπτεται σοβαρά να μειώσει τους φόρους εν μέσω της πλέον σοβαρής οικονομικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών.
Όμως, όσα συμβαίνουν γύρω μας σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη δεν μπορούν να μας αφήνουν αδιάφορους. Και μόνο για τον λόγο ότι αρχίζει να εξαπλώνεται ένας επικίνδυνος πολιτικός ριζοσπαστισμός και μια επιστροφή στον εθνικισμό, όπως θα φανεί στις επικείμενες πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα.
Θα πρέπει επίσης να ανησυχούμε, γιατί αυτή η ολέθρια, ουσιαστικά προωθούμενη από τη γερμανική κυβέρνηση , εξέλιξη απειλεί το δικό μας μοντέλο επιτυχίας: Η γερμανική οικονομία ανθεί, επειδή οι επιχειρήσεις μας κλείνουν δουλειές και αποκομίζουν κέρδη εις βάρος των πιο αδύναμων χωρών. Επειδή εκεί οι μισθοί είναι ακόμα πολύ υψηλοί σε σχέση με την πολύ πιο αδύναμη παραγωγικότητα, ενώ ταυτόχρονα, λόγω της τεράστιας πίεσης για λιτότητα, η εσωτερική ζήτηση μειώνεται.
Στη νότιο Ευρώπη, και όχι μόνο στην Ελλάδα, επικρατεί μια επικίνδυνη ατμόσφαιρα, που στρέφεται κυρίως κατά της Γερμανίας. Σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, η Γερμανία δίνει την εντύπωση μιας εχθρικής δύναμης. Υπάρχουν ήδη φωνές για ριζοσπαστικές κινήσεις κατά του ετεροκαθορισμού από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Όχι, δεν μπορεί να είναι αυτή η Ευρώπη, στην οποία θέλουμε να ζούμε. Μια Ευρώπη, στην οποία οι τράπεζες και τα Hedgefonds θα καθορίζουν ποιες χώρες πρέπει να επιβιώσουν και ποιες όχι.Το τίμημα της πολιτικής της λιτότητας, που ασκούν κατά κόρον οι παράγοντες των χρηματαγορών και η Μέρκελ, είναι η αφολοκλήρωση της Ευρώπης. Και μια μακράς διάρκειας ύφεση, που κάποια στιγμή θα πλήξει και τη Γερμανία, επειδή ακριβώς δεν ζούμε σε μία νήσο των μακάρων.
Η Ελλάδα χρειάζεται την αλληλεγγύη μας, ένα κούρεμα όλου του χρέους της και ένα πρόγραμμα ανσυγκρότησης αντί για συνεχώς νέα πακέτα λιτότητας και βοήθειας. Για να έχει μια ευκαιρία η χώρα να ξανασταθεί στα πόδια της μετά από 10 ή 20 χρόνια και να ξαναγίνει ισότιμο μέλος της ΕΕ. Χρειαζόμαστε την Ελλάδα – ως παράδειγμα του ότι η Ευρώπη αυτοκαθορίζεται.


Monday, January 16, 2012

Il conformista

by Giorgio Gaber

Sunday, January 15, 2012

Αναζητώντας τον χαμένο πολιτικό διάλογο

Του Πασχου Mανδραβελη

Καθημερινή 15/01/2012

Ενα από τα ερωτήματα των πολιτών τα τελευταία τρία χρόνια διατυπώνεται σαν παράπονο και οργή για τους πολιτικούς: «Μα δεν έβλεπαν πού πάμε; Γιατί δεν έκαναν κάτι να το αποτρέψουν;». Η αλήθεια είναι ότι αυτοί που έβλεπαν πού πάμε δεν ήταν δημοφιλείς, ενώ εκείνοι που έριχναν λάδι στην καταστροφή, όχι μόνο επανεκλέγονταν αλλά είχαν πιάσει και στασίδι στα κεντρικά ΜΜΕ της χώρας. Η κρατική σπατάλη δεν ήταν κάτι που επιβλήθηκε από τους πολιτικούς, ήταν αίτημα της κοινωνίας που τροφοδοτούνταν διαρκώς από εκπομπές που έκλαιγαν για τη «συνταξούλα» του πενηντάχρονου και τα «επιδοματάκια» του δημοσίου υπαλλήλου (τα οποία σε πολλές περιπτώσεις έφταναν να είναι μεγαλύτερα και από τον ονομαστικό μισθό). Ο δημόσιος διάλογος δεν γινόταν με αριθμούς - έτσι κι αλλιώς στην Ελλάδα ποτέ δεν μετρήσαμε τίποτε. Γινόταν, και συνεχίζει να γίνεται, με λυγμούς.

Το άλλο χαρακτηριστικό του δημοσίου διαλόγου που αποκρύπτει την πραγματικότητα για την κατάσταση της χώρας είναι η αυτοαναφορικότητα της πολιτικής. Αυτή, εν πολλοίς, τροφοδοτείται από τα ΜΜΕ. Γράφαμε και παλιότερα ότι «μεγαλύτερο και από το οικονομικό πρόβλημα της χώρας είναι ο δημόσιος διάλογός της. Αυτός, με βασική ευθύνη των ΜΜΕ, ποτέ δεν προχωρεί στην ουσία της πολιτικής, πάντα μένει στη διαδικασία της. Ποτέ δεν συζητάμε τις προτάσεις ενός πολιτικού, πάντα «αποκαλύπτουμε» προθέσεις του. Ποτέ δεν αναλύουμε πολιτικά προγράμματα, πάντα διυλίζουμε το «σου 'πα, μου 'πες» των πολιτικών. Κάπως έτσι χρεοκόπησε η χώρα, και οι τελευταίοι που το έμαθαν ήταν οι Ελληνες πολίτες» («Καθημερινή», 15.2.2011).

Τα παραδείγματα είναι πολλά, με κορυφαίο την προειδοποίηση του κ. Κώστα Σημίτη από τον Δεκέμβριο του 2008 πως η Ελλάδα οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στο ΔΝΤ. Αυτό το ηχηρό καμπανάκι δε έγινε θέμα στα ΜΜΕ, η συζήτηση που ακολούθησε αφορούσε τις ψυχρές σχέσεις του κ. Σημίτη με τον Παπανδρέου και το γεγονός ότι ο πρώτος δεν ανέφερε στην ομιλία του ούτε μία φορά τη λέξη ΠΑΣΟΚ.

Δεν είναι το μόνο παράδειγμα. Στις 27.7.2008, ο τότε υπουργός Οικονομίας Γιώργος Αλογοσκούφης έδωσε μια συνέντευξη στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Σχολιάζοντας τον αντίκτυπο που είχε στον ελληνικό δημόσιο διάλογο, γράφαμε: «Σ' αυτή τη συνέντευξη ο κ. Αλογοσκούφης είπε αλήθειες και ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι η οικονομία μας πάει από το κακό στο χειρότερο. Η ανταγωνιστικότητα κατρακυλάει, τα ελλείμματα διογκώνονται, οι οικονομικοί δείκτες στο σύνολό τους προοιωνίζονται τα χειρότερα. Τα ψέματα ήταν ότι η ελληνική οικονομία βγαίνει λιγότερο τραυματισμένη από τη διεθνή κρίση επειδή έγιναν οι μεταρρυθμίσεις... Και όμως ουδείς ασχολήθηκε ούτε με τις δύσκολες αλήθειες ούτε με τα τραγικά ψέματα του κ. Αλογοσκούφη. Το πολιτικό-δημοσιογραφικό σκηνικό συνταράχτηκε από μια δευτερεύουσα πρόταση σε μια δευτερεύουσα ερώτηση προς τον κ. Αλογοσκούφη (ο οποίος είπε ότι σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της Ν. Δ. στις ερχόμενες εκλογές, το κόμμα του θα έπρεπε να συμπράξει με το ΠΑΣΟΚ για τον σχηματισμό κυβέρνησης). Εγιναν ερωτήσεις στο πρες ρουμ και βαθυστόχαστες αναλύσεις για το αν η Ν. Δ. θα συμπράξει μετεκλογικώς με το ΠΑΣΟΚ στην περίπτωση μη αυτοδυναμίας. Η οικονομία, τα ελλείμματα, η χαμένη ανταγωνιστικότητα έφτασαν να μοιάζουν σαν ένα δισέλιδο γαρνίρισμα για μια και μόνο πιθανολόγηση» («Καθημερινή», 30.7.2008).

Αυτή η επικέντρωση των ΜΜΕ στο πολιτικό σκηνικό, αντί στην πολιτική (που αφορά τα πραγματικά προβλήματα του τόπου), δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός της ώσμωσης μεταξύ πολιτικής και δημοσιογραφίας στα καφέ και ρεστοράν πέριξ της πλατείας Κολωνακίου. Ούτε οφείλεται στο γεγονός μόνο ότι πολλοί δημοσιογράφοι θέλουν να ασκούν πολιτική και πολλοί πολιτικοί λειτουργούν πολλάκις σαν δημοσιογράφοι.

Στενή σχέση

Υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Ο ένας είναι η στενή οικονομική εξάρτηση των ελληνικών ΜΜΕ από το κράτος. Η διόγκωση της βιομηχανίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα δεν ήταν αποτέλεσμα επιχειρηματικών ευκαιριών, αλλά πολιτικών. Γι' αυτό παρουσιάστηκε το φαινόμενο να συρρικνώνεται η αγορά και ταυτόχρονα να πληθαίνουν τα ΜΜΕ. Ορος επιβίωσης σ' αυτή τη μη αγορά είναι η παρακολούθηση του πολιτικού παίγνιου, αφού οι πολιτικοί είναι οι καλύτεροι (και σε πολλές περιπτώσεις οι μόνοι) πελάτες. Και δεν εννοούμε μόνον ως αναγνώστες. Το ποιος κατέχει τα κλειδιά του κρατικού θησαυροφυλάκιου έχει μεγάλη σημασία για ένα σύστημα που ζει κατά κύριο λόγο από το κρατικό θησαυροφυλάκιο. Κι επειδή αυτό το σύστημα θέτει την ατζέντα του δημόσιου διαλόγου, οι καημοί του γίνονται καημοί του τόπου. Τα πραγματικά προβλήματα του τόπου δεν έχουν καμιά ελπίδα, επειδή ακριβώς είναι εκτός των ενδιαφερόντων του. Η διαπλοκή είναι απλώς μία πτυχή αυτής της ανάρμοστης σχέσης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η υλική βάση της βιομηχανίας των ΜΜΕ διαμόρφωσε το εποικοδόμημα. Πολιτικό θεωρείται πλέον αυτό που κάνουν οι πολιτικοί· αν τσακώνονται ή αν φιλιώνουν· αν αφήνουν αιχμές ή αν ρίχνουν βολές· αν θα μείνουν ή αν θα φύγουν. Ολα τα άλλα ζητήματα -συμπεριλαμβανομένης της χρεοκοπίας της χώρας- είναι εκτός ατζέντας. Η κρατική δίαιτα διαμόρφωσε και δημοσιογραφικό ήθος, όχι μόνο υπό την έννοια της ηθικής, αλλά και του τι θεωρείται σημαντικό να προβληθεί.

Παράγωγο, αλλά εξίσου σημαντικό πρόβλημα, της στενής και με το αζημίωτο σχέσης των ΜΜΕ με το κράτος και τους πολιτικούς, είναι το γεγονός ότι δεν εκσυγχρονίστηκαν στη λειτουργία τους. Τα ΜΜΕ, ενώ ήταν αναγκασμένα να εξηγούν μια όλο και πιο σύνθετη πραγματικότητα, οι δομές τους παρέμειναν στη δεκαετία του '70, δηλαδή πριν από την πλημμύρα των ραδιοτηλεοπτικών μέσων και την επανάσταση του Διαδικτύου. Απόδειξη αυτού είναι ότι ποτέ δεν ξεκίνησε μια επί της ουσίας συζήτηση για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ΜΜΕ στο νέο τοπίο της επικοινωνίας. Αποτέλεσμα αυτού του ελλείμματος ήταν η διαρκής αναπαραγωγή των κλισέ της μεταπολίτευσης, από τη μία ο λαϊκισμός και από την άλλη η μεγαλύτερη προβολή του πολιτικού παιγνίου, αυτό δηλαδή που είναι και φθηνό στην παραγωγή. Κοστίζει σχετικά ελάχιστα να βάλεις ένα λόχο να τσακώνεται στα τηλεπαράθυρα για το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας και ακριβά να παραχθεί ένα πραγματικά ενημερωτικό πρόγραμμα για τις παθογένειες της χώρας. Το τελευταίο χρειάζεται χρήμα, πολλές εργατοώρες, εκπαιδευμένους κι επανεκπαιδευμένους ανθρώπους, που θα κατανοούν το πρόβλημα πριν επιχειρήσουν να το εξηγήσουν.

Οι τριβές και οι συμβολισμοί

Δύο είναι οι σταθερές αυτού που ευφημίζεται ως «δημόσιος διάλογος» στη χώρα. Οι συμβολισμοί και οι τριβές. Και οι δύο χρησιμοποιούνται από πολιτικούς και ΜΜΕ για τους δικούς τους σκοπούς. Τα ΜΜΕ έχουν εύπεπτη ύλη για το κοινό τους και οι πολιτικοί περνούν δι' αυτών τα μηνύματά τους. Οχι για τα προβλήματα του τόπου, αλλά για την προσωπική τους καριέρα. Ετσι, μπορεί κάποιος βουλευτής να δημιουργήσει θέμα σε άσχετο νομοσχέδιο, επειδή δεν υπουργοποιήθηκε, ή ένας υπουργός να διαφωνήσει με ένα νομοσχέδιο συναδέλφου του, για να στείλει π. χ. ένα μήνυμα για τις αρμοδιότητες.

Οι τριβές βέβαια είναι μέρος της ζωής και της πολιτικής διαδικασίας. Η δημοκρατία εφευρέθηκε γι' αυτόν τον λόγο· για να τις εξομαλύνει διά λόγου μην τυχόν υπερθερμανθεί και καεί ολόκληρο το σύστημα. Το πολιτικό σύστημα δεν είναι μονολιθικό. Αποτελείται από ανθρώπους που έχουν διαφορετικές απόψεις· αυτές συζητούνται και λογικό είναι να υπάρξουν τριβές κατά τη διαδικασία, και μετά λαμβάνεται η απόφαση, που πρέπει να την εφαρμόσουν όλοι. Ακόμη κι εκείνοι που κατετρίβησαν. Είναι άλλο, όμως, οι τριβές που αφορούν διαφορετική οπτική των ζητημάτων και άλλο οι τριβές που μόνο προορισμό έχουν τα δελτία των οκτώ. Οι τελευταίες δεν είναι μόνο ανώφελες είναι και επιβαρυντικές για τη μόνη διαδικασία που έχουμε να λύνουμε προβλήματα, δηλαδή για τον δημοκρατικό διάλογο.

Ιδιότυπο παιχνίδι

Γράφαμε και παλιότερα ότι η πολιτική ζωή κινείται πια μεταξύ συμβολισμού και γελοιότητας. Και δεν φταίνε μόνο οι δημοσιογράφοι γι' αυτό. Ολοι μετέχουν σε ένα ιδιότυπο -και ξένο για τις ανάγκες των πολιτών- παιχνίδι διαρροών και ερμηνειών. Από τις δυσφορίες των εκάστοτε πρωθυπουργών μέχρι τα τραπεζώματα των «δελφίνων», οι συμβολισμοί αντικατέστησαν την πολιτική ουσία, η οποία παλαιόθεν ήταν η επίλυση των πραγματικών προβλημάτων. Ετσι τα αυτονόητα γίνονται ειδήσεις -π. χ. οι συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους υπουργούς του- και οι παρέες, ρεύματα.

Οι δηλώσεις ερμηνεύονται μέχρι διαστρέβλωσής των. Κάποτε, όπως εύστοχα είχε παρατηρήσει ο Μπέρτολτ Mπρεχτ, υπήρχαν εκείνοι «που έκαναν τα στοιχειά, στιχάκια». Σήμερα τα ελληνικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης «κάνουν τις στιχομυθίες, στοιχειά». Κάθε αποστροφή του λόγου των τριακοσίων συν (άντε το πολύ) διακοσίων παραγόντων της πολιτικής έχει την τιμητική του στο παιχνίδι των ερμηνειών που ακολουθεί το παιχνίδι των συμβολισμών. Ενα «και» σε κάποια αποστροφή του λόγου μπορεί να εμφανιστεί ως κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας επί μία εβδομάδα. Θα βρεθούν οι διψασμένοι για δημοσιότητα πολιτικοί που θα αναλύσουν το «και» στα παράθυρα, οι δηλώσεις των οποίων θα εμπεριέχουν πολλά άλλα «και» τα οποία θα τροφοδοτήσουν έναν νέο κύκλο δημόσιου πολιτικού κουτσομπολιού, που ευφημίζεται ως «πολιτικός διάλογος».

Το πρόβλημα είναι ότι πολιτικοί και δημοσιογράφοι έγιναν από ένα χωριό, χωριάτες. Το κουτσομπολιό που παράγεται πέριξ της πλατείας Κολωνακίου ανάγεται σε πολιτικό ζήτημα: ποιος έφαγε με ποιον, ποιος μίλησε σε ποια, πώς κοίταξε ο ένας υπουργός τον άλλο και τι είπαν οι διαβόητοι «κύκλοι». Οπως ακριβώς γίνεται στις ρούγες των χωριών.

Διαβάστε

- Mark Mazower, «Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της κατοχής», εκδ. Αλεξάνδρεια.

- Christopher Montague Woodhouse, «Το μήλο της έριδος. Η ελληνική Αντίσταση και η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων», εκδ. Εξάντας.

Monday, November 7, 2011

ΧΑΟΣ

Απο την συνέντευξη του Νικολά Ντεμοράν διευθυντή της "Liberation" στο "Βήμα της Κυριακής" Κυριακή 6/11/2011

Από όλα τα πρωτοσέλιδα των εφηµερίδων όλου του κόσµου που σχολίασαν την (ανακληθείσα εν τέλει) απόφαση του έλληνα πρωθυπουργού για δηµοψήφισµα, εκείνο που συζητήθηκε περισσότερο ήταν της γαλλικής «Liberation». ∆ικαίως, αφού ήταν και το πιο εντυπωσιακό: «ΧΑΟΣ». Στα ελληνικά, µε φόντο το γαλάζιο της ελληνικής σηµαίας.

«Το Βήµα της Κυριακής» συνοµίλησε µε τον διευθυντή της εφηµερίδας, τον 40χρονο Νικολά Ντεµοράν, µε αφορµή τη συγκεκριµένη επιλογή. Ο κ. Ντεµοράν, αντίθετα από τις εντυπώσεις που προκάλεσε το πρωτοσέλιδο, παίρνει σαφή θέση υπέρ της απόφασης του κ. Παπανδρέου για δηµοψήφισµα, επικρίνει τον τρόπο µε τον οποίο τη χειρίστηκε και συµµερίζεται τις αντιδράσεις του ελληνικού λαού στην πολιτική λιτότητας.

Ο κ. Ντεµοράν εξηγείται και εξηγεί τι σηµαίνει για την Ευρώπη η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα µας τα τελευταία δύο χρόνια.

Νικολά Ντεμοράν, το πρωτοσέλιδο της «Liberation» την περασμένη Τετάρτη, με τη λέξη «ΧΑΟΣ» γραμμένη στα ελληνικά, δημιούργησε μεγάλη αίσθηση στην Ελλάδα. Πώς καταλήξατε στην ιδέα αυτή; «Κατ’ αρχάς µάς απασχόλησε όλους η ξαφνική ανακοίνωση του έλληνα πρωθυπουργού ότι επρόκειτο να κάνει δηµοψήφισµα. Θεωρήσαµε ότι η κίνηση αυτή θα άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στη σηµερινή κρίση, ένα κεφάλαιο που κανένας δεν είχε προβλέψει. Επειδή λοιπόν είχαµε αφιερώσει πάρα πολλά εξώφυλλα στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό, αναζητούσαµε έναν ιδιαίτερα δυνατό τρόπο για να δηλώσουµε ότι µπαίναµε πια σε ένα καινούργιο και εξαιρετικά άγριο στάδιο της κρίσης. Η ιδέα ήταν να κάνουµε ένα µονοθεµατικό πρωτοσέλιδο, εξαιρετικά δυνατό γραφιστικά, το οποίο θα αποτυπωνόταν στο µυαλό όλων αυτών που θα το έβλεπαν στα περίπτερα. Ετσι ο καλλιτεχνικός διευθυντής της εφηµερίδας πρότεινε τη λέξη “ΧΑΟΣ” γραµµένη στα ελληνικά, µε φόντο το γαλάζιο της ελληνικής σηµαίας.

Οι αναγνώστες ανταποκρίθηκαν πολύ θετικά και η εφηµερίδα πούλησε πολύ περισσότερα φύλλα».

Χρειάστηκε τόλμη για να κάνετε ένα πρωτοσέλιδο με τίτλο που κανένας Γάλλος δεν θα καταλάβαινε; «Οι συντάκτες της εφηµερίδας όντως εξέφρασαν κάποιες ανησυχίες πάνω στο θέµα αυτό. Εγώ o ίδιος, όταν είδα το πρωτοσέλιδο, δεν κατάφερα να αποκρυπτογραφήσω την ελληνική λέξη. Το κοίταξα όµως προσεκτικά και είδα ότι υπήρχε ένας αστερίσκος που παρέπεµπε στη γαλλική µετάφρασή της. Σκέφθηκα λοιπόν ότι η δική µου αντίδραση µπροστά σε αυτό το πολύ δυνατό και µυστηριώδες πρωτοσέλιδο θα ήταν και η αντίδραση όλων αυ τών που θα το έβλεπαν. Αρχικά είχαµε σκεφθεί διάφορες γαλλικές λέξεις µε φανερά ελληνική ετυµολογία, όπως η λέξη “δράµα”, αλλά δεν µας άρεσαν. Τελικά την προσοχή όλων τράβηξε η πρωτοτυπία του εξωφύλλου, καθώς και το editorial που έγραψα, στο οποίο έλεγα ότι ήταν εντελώς παράλογο να επικρίνουµε έναν κυβερνήτη που αποφάσισε να συµβουλευθεί άµεσα τον λαό του, έναν κυβερνήτη που θέτει δηµοκρατικά στους πολίτες της χώρας του το ερώτηµα: “Ποια είναι η γνώµη σας γι’ αυτό που πρόκειται να υποστείτε;”».

Καταλαβαίνετε εκείνους τους συναδέλφους σας που δεν είχαν την ίδια γνώμη με εσάς;

«Πρέπει να σας πω ότι ήµουν ο µόνος που εξέφρασε τη συγκεκριµένη άποψη· ενάντια στην άποψη όλων των άλλων µέσων, των εφηµερίδων, των τηλεοπτικών καναλιών και των δικτυακών τόπων που έσπευσαν να κάνουν δηµοσκοπήσεις ρωτώντας “αν η Ελλάδα πρέπει να φύγει από το ευρώ και την Ευρώπη”. Πιστεύω ότι πρέπει κάποια στιγµή να προσγειωθούµε και να δούµε πώς θα αντιµετωπίσουµε την παρούσα κρίση, θέτοντας το ζήτηµα της σηµασίας των δηµοκρατικών διαδικασιών. Εµείς στη “Liberation” ερµηνεύσαµε την ως τώρα στάση του ελληνικού λαού ως αντίδραση στη διακυβέρνηση της χώρας από τους τεχνοκράτες της Ευρώπης και του ∆ΝΤ. Γιατί κάποια στιγµή πρέπει επιτέλους να µπορεί να αποφασίζει ο ίδιος ο λαός για την τύχη του».

Στο editorial της Παρασκευής, αναφερόμενος στην επιθετική στάση των ευρωπαίων ηγετών προς τον έλληνα πρωθυπουργό, μιλάτε για «προτεκτοράτο» και «όνειδος». Τι εννοείτε;

«Κοιτάξτε. Η πρόταση του Παπανδρέου σαφώς έπεσε σε κακή στιγµή, µε κακό τρόπο και µε συνέπειες δυνητικά εκρηκτικές για όλους. Το να θέλει όµως κανείς να απευθυνθεί στον λαό δεν πρέπει να θεωρείται πολιτικό λάθος. Σήµερα όλα τα ΜΜΕ καταφέρονται εναντίον των Ελλήνων και λένε ότι δεν έχουν δικαίωµα να διεκδικούν οτιδήποτε, αφού είναι οι ίδιοι υπαίτιοι για την κατάστασή τους. Η Ευρωπαϊκη Ενωση όµως είναι ένα πολιτικό οικοδόµηµα που στόχο έχει να ξεπεράσει τέτοιου είδους προσεγγίσεις.

Στη θέση της Ελλάδας αύριο µπορεί να είναι η Ιταλία και µεθαύριο η Γαλλία. Πρέπει κάποια στιγµή να βάλουµε τον εαυτό µας στη θέση των Ελλήνων και να σκεφθούµε: “Εµείς ως Γάλλοι θέλουµε 15 στελέχη του ∆ΝΤ και της Ευρώπης να µας λένε ποιο σχολείο και ποιο νοσοκοµείο θα κλείσει, χωρίς να δέχονται αντίρρηση;”».

Πρόκειται δηλαδή για μάθημα αγωγής του ευρωπαίου πολίτη;

«Βεβαίως! Πρέπει να καταφέρουµε κάποια στιγµή να στεκόµαστε στο πλευρό των Ελλήνων και να λέµε:

“Είµαστε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και βλέπουµε στην τηλεόραση να µεταχειρίζονται έναν από τους πρωθυπουργούς της Ευρώπης µε τρόπο απαράδεκτο και υβριστικό”. Πρόκειται για προσβλητικές σκηνές απίστευτης σκληρότητας. Αν είµαστε σωστοί Ευρωπαίοι, οφείλουµε να αντιδράσουµε. Και έπειτα ακούµε τους ηγέτες στο G20 να λένε τάχα ότι δεν µπλέκονται στη διακυβέρνηση των χωρών-µελών! Ξέρουµε πολύ καλά ότι υπάρχουν χώρες διαφορετικών ταχυτήτων στην ΕΕ, ότι κάποιες χώρες είναι πιο ισχυρές από κάποιες άλλες.

Καταργήσαµε όµως τα σύνορά µας, έχουµε ένα κοινό νόµισµα, ένα κοινό πεπρωµένο. Ολα αυτά είναι εργαλεία που µας επιτρέπουν να ξεπερά σουµε τις διαφορές ισχύος των χωρών-µελών της Ευρώπης. ∆υστυχώς βλέπουµε ότι αυτά τα εργαλεία αρχίζουν να γίνονται πιο εύθραυστα. Σαφώς ο Παπανδρέου θα έπρεπε να είχε ενηµερώσει εγκαίρως τους υπουργούς του και τους ευρωπαίους εταίρους. Ο αυτοσχεδιαστικός χαρακτήρας της κίνησής του εξέπληξε τους πάντες και προκάλεσε µεγάλη ανησυχία σε πολλούς τοµείς. Καταλαβαίνω λοιπόν την αντίδραση έκπληξης και οργής των ευρωπαίων οµολόγων του. Αλλά η διπλωµατία έχει εφευρεθεί για να αποφεύγονται οι πόλεµοι. Ο τρόπος µε τον οποίο συµπεριφέρθηκαν οι ευρωπαίοι αρχηγοί κρατών στον Παπανδρέου σόκαρε πολύ την Αριστερά στη Γαλλία. Ευτυχώς οι άνθρωποι αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η δηµοκρατία δεν είναι η αιτία της κρίσης, αλλά η λύση της».

Θεωρείτε δηλαδή ότι η κίνηση του έλληνα πρωθυπουργού θα εμπνεύσει και άλλους πολιτικούς της ευρωζώνης, ώστε να συμβουλεύονται περισσότερο τους πολίτες;

«Η κύρια αρετή του ακυρωµένου πλέον δηµοψηφίσµατος είναι ότι µας υπενθυµίζει πως δεν µπορούµε να αναβάλλουµε αιωνίως την εφαρµογή της δηµοκρατίας, η οποία είναι το µόνο µέσον για να ξεπεράσουµε την κρίση. Η δηµοκρατία δεν αποτελεί κίνδυνο. Το δηµοψήφισµα αυτό δεν θα διεξαχθεί, αλλά θα έχει θέσει µε τρόπο θορυβώδη το ερώτηµα τι είναι δηµοκρατία. Αυτό ήθελα να δείξω µε το εξώφυλλο αυτό που εντυπωσίασε τόσο πολύ τους Ελληνες. Και θα ήθελα να απευθύνω το εξής µήνυµα στους συµπατριώτες σας: Ελληνες, είστε πρωτοπόροι στην κρίση αυτή και υφίστασθε πρώτοι τις πιο τραγικές συνέπειές της. Είστε οι πρώτοι που θέτετε το ερώτηµα τι σηµαίνει δηµοκρατία και οι πρώτοι που δίνετε την απάντηση. Και γι’ αυτό σας ευχαριστούµε. Σας ευχαριστούµε πολύ!».

Ενα σκαλί πριν από το βάραθρο

Χρειάζεται εθνικό σχέδιο που να ενσωματώνει και να υπερβαίνει τη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου

Του Γιάννη Βούλγαρη

ΤΑ ΝΕΑ, Σάββατο 05 Νοεμβρίου 2011

Το κομματικό σύστημα και οι πολιτικές ηγεσίες αναζητούν τον δρόμο προς το προφανές: τη συγκρότηση μεταβατικής κυβέρνησης που θα φροντίσει τη συναινετική επικύρωση της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου και μετά θα κάνει εκλογές. Οπως έγινε φανερό, η ελληνική κρίση έχει φτάσει πλέον στον πυρήνα της. Ο κίνδυνος εξόδου από το ευρώ γίνεται πλέον απτός. Οι ευρωπαίοι εταίροι το έκαναν σαφές: «Εμείς σας θέλουμε, αλλά πρέπει να θέλετε και εσείς». Η Ελλάδα αντιμετωπίζεται όλο και περισσότερο σαν μόλυνση από την οποία πρέπει να προστατευτεί το ευρώ, παρά σαν αναγκαίος εταίρος που πρέπει πάση θυσία να διασωθεί για να μην καταστραφεί το κοινό νόμισμα. Και η αυτοπροστασία του ευρώ από την αλλοπρόσαλλη Ελλάδα ασφαλώς θα οργανωθεί συστηματικά και εσπευσμένα από τους ευρωπαίους αρμόδιους. Εχουν άλλωστε μεγαλύτερες σκοτούρες με την αναδυόμενη «ιταλική απειλή».

Ομως, την έξοδο από το ευρώ, αν, ο μη γένοιτο, συμβεί, δεν θα την επιβάλουν οι «ξένοι», αλλά θα την προκαλέσουν χωρίς να το έχουν επιλέξει συνειδητά οι Ελληνες. Θα είναι η κατάληξη της παρατεταμένης και αυτοτροφοδοτούμενης απόκλισης της Ελλάδας από τους κανόνες και τις πρακτικές της ευρωζώνης. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές.
Θεωρητικά και αφηρημένα, μπορούμε να συζητάμε με οικονομικά επιχειρήματα τα υπέρ και τα κατά που θα έχει η χώρα με το ευρώ ή τη δραχμή, αν δηλαδή συμμετέχει σε μια ευρύτερη νομισματική ένωση ή αν έχει εθνικό νόμισμα. Στις συγκεκριμένες όμως ιστορικές συνθήκες, η έξοδος από το ευρώ θα σημάνει και έξοδο από τον κύκλο των αναπτυγμένων χωρών. Για την επόμενη ιστορική φάση τουλάχιστον. Στη μεθεπόμενη, η Ελλάδα μπορεί ίσως να ξαναγεννηθεί και πάλι από τις στάχτες της, «να ξανατραβήξει προς τη δόξα», αλλά θα έχει ζήσει μια εθνική και πολιτισμική καταστροφή. Για μεγάλο και απροσδιόριστο διάστημα θα είναι η Ελλάδα των ολιγαρχών, των συμμοριών, της κατοχικής δραχμής και της απότομης πτώχευσης της μεγάλης πλειονότητας της κοινωνίας. Κράτος-παρίας στην ανήσυχη γεωπολιτική των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής.

Αρκετοί από το πολιτικό προσωπικό της χώρας, εκτός των κομμάτων της παραδοσιακής Αριστεράς, έδειξαν ότι έχουν συνείδηση της σκοτεινής προοπτικής. Τα πολιτικά ανακλαστικά ενεργοποιήθηκαν, η πολιτική ήρθε σε πρώτο πλάνο, κάποιοι πολιτικοί μίλησαν με τη δική τους γλώσσα και όχι με τα κλισέ του ρόλου τους, δημοσιογράφοι έδειξαν να συναισθάνονται την κρισιμότητα των στιγμών, και οι πολίτες ανήσυχοι διαισθάνθηκαν το χάος. Είναι ίσως το πιο ενθαρρυντικό στοιχείο μέσα στην πρόσφατη δραματική εξέλιξη. Σαν την κρίσιμη στιγμή η χώρα, και πάντως η ηγεσία της, να «ξαναθυμάται» ότι η θέληση της Ελλάδας «να είναι Ευρώπη» αποτέλεσε στο μεγαλύτερο μέρος της νεότερης Ιστορίας μας, πρόταγμα ελευθερίας, δημοκρατίας και εκσυγχρονισμού. Χωρίς αυτό, η τάση της ελληνικής κοινωνίας προς τη στασιμότητα και την εσωστρέφεια θα ήταν πολύ εντονότερη.
Η εγρήγορση μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού στην ύστατη στιγμή δεν αρκεί όμως για να αντιστρέψει τη δυναμική απόκλισης της Ελλάδας από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Για να είμαστε μάλιστα ακριβείς, ούτε η αναβάθμιση του πολιτικού-κομματικού συστήματος αρκεί. Είναι αλήθεια ότι αυτό έχει τις βαρύτερες ευθύνες για τη χρεοκοπία της χώρας, όμως η κρίση τροφοδοτήθηκε από πολλές πηγές. Προέκυψε από αρνητικές αλληλεπιδράσεις του παραγωγικού μοντέλου, του πολιτικού συστήματος και των κυρίαρχων αξιών και νοοτροπιών όπως εξελίχτηκαν στη διάρκεια της μεταπολίτευσης.
Και στα τρία αυτά πεδία αναπτύχθηκαν ομοειδείς και ομόρροπες αρνητικές συμπεριφορές κατά μήκος της καταστροφικής αλυσίδας: πελατειακή δοσοληψία - συντεχνιασμός - amoral οικογενειοκεντρισμός - κτητικός ατομισμός - ιδιωτική ιδιοποίηση των δημόσιων αγαθών - εθνικισμός σαν ιδεολογία συγκάλυψης αυτής της παθογένειας. Η αλυσίδα αποτελεί χαρακτηριστικό μακράς διάρκειας της ελληνικής κοινωνίας. Εξηγεί το συνεχές παιχνίδι σύγκλισης-απόκλισης από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι μέσα στην Ιστορία μας. Δείχνει τα εμπόδια που πρέπει να υπερβεί μια εμπνευσμένη πολιτική ηγεσία για να μπορέσει να αναβαθμίσει τη χώρα, καθώς οι ιστορικές αδράνειες είναι πανίσχυρες και τα άλματα που αλλάζουν την τροχιά της χώρας δύσκολα.

Δεν περιμένουμε λοιπόν ούτε θαύματα ούτε μαγικές λύσεις από τις πολιτικές ηγεσίες. Ελπίζουμε όμως ότι μετά το πρόσφατο σοκ (και τα επόμενα που ασφαλώς θα ακολουθήσουν) η κοινωνία θα κατανοήσει καλύτερα την πραγματικότητα. Οτι το παραμύθι, η παραμυθία και η υπεκφυγή με δημαγωγικές επαγγελίες θα γίνονται λιγότερο πιστευτές. Οτι θα κερδίζουν έδαφος η συστηματική προσπάθεια, η πολιτική συνεννόηση, η συνείδηση ότι έχουμε μπροστά μας μια μακρά περίοδο περιοριστικής πολιτικής, η μεταφορά πόρων από την κατανάλωση στις επενδύσεις, η δικαιότερη κατανομή των θυσιών. Για να εξελιχθούν αυτές οι αλλαγές χρειάζεται οι πολιτικές δυνάμεις να κάνουν τρεις θεμελιακές επιλογές.
Πρώτη, να διαφυλάξουν την «ευρωπαϊκή προοπτική» που ως τώρα προσανατόλισε την κοινωνία αποκρούοντας κάθε προσπάθεια απονομιμοποίησής της.
Δεύτερη, να προασπίσουν τη δημοκρατική κουλτούρα που βαθμιαία κατακτήθηκε στη μεταπολίτευση. Είναι προφανές ότι η εξαχρείωση των κοινωνικών συμπεριφορών, η διάχυση της ανομίας, η εμφάνιση μαχητικών πόλων κόκκινου και μαύρου φασισμού δηλητηριάζουν σταθερά το δημοκρατικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης.
Τρίτη, να διαμορφώσουν ένα μακροπρόθεσμο εθνικό σχέδιο αλλαγής της χώρας που να ενσωματώνει αλλά και να υπερβαίνει τη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου, έτσι ώστε να μπορούμε να επαναδιαπραγματευόμαστε κατά καιρούς τις αστοχίες του εκάστοτε «Μνημονίου» ως ισότιμοι εταίροι, σε κλίμα συνεργασίας και όχι αλυσιτελών τακτικισμών.

Η προσπάθεια αυτή (αν, εννοείται, αποφύγουμε την άτακτη χρεοκοπία και την επιστροφή στη δραχμή) θα είναι μακροχρόνια, θα εκδιπλωθεί σε βάθος δεκαετίας και στη διάρκειά της θα «καούν» διάφορες κυβερνήσεις. Σίγουρα πάντως η επόμενη, καθώς ο πολιτικός χρόνος κυλά πλέον ταχύτατα. Αυτό θα πρέπει να καθησυχάσει το ΠΑΣΟΚ, το οποίο σήμερα αισθάνεται θύμα πολιτικής αδικίας. Εν μέρει δικαίως. Χρεώνεται την αποτυχία διαχείρισης μιας κρίσης πρωτόγνωρων διαστάσεων, για την οποία μεγάλο μερτικό ευθύνης έφερε η καραμανλική διακυβέρνηση. Υποχρεώθηκε να την αντιμετωπίσει μόνο, υφιστάμενο την ωμή δημαγωγία της ΝΔ και της παραδοσιακής αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, λιγότερο το ΚΚΕ). Η Κοινοβουλευτική του Ομάδα έδειξε ένα υψηλό αίσθημα εθνικής ευθύνης παρά την τρομοκρατία που της άσκησαν οι διάφοροι αλήτες. Από την άλλη, ο κ. Σαμαράς θα αναδειχθεί προφανώς σε κυρίαρχο του παιχνιδιού μετά τις εκλογές που προσεχώς θα γίνουν. Εν μέρει αδίκως. Εκμεταλλεύτηκε τη γρήγορη φθορά της κυβέρνησης προβάλλοντας έναν ανεύθυνο δημαγωγικό λόγο τον οποίο θα πληρώσει σύντομα ως κυβέρνηση, γιατί θα κληθεί να εφαρμόσει την ίδια πολιτική. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης δεν τον εμπιστεύεται καθώς τον θεωρεί ικανό να επιλέξει τη δραχμή ή να κάνει ένα «θερμό επεισόδιο» με τους γείτονες, αν αυτά εξυπηρετούν την εξουσία του. Εξάλλου, το προσωπικό που τον περιβάλλει, πλην εξαιρέσεων, είναι προδήλως ανεπαρκές, ενώ η φιλοευρωπαϊκή εκσυγχρονιστική ΝΔ έχει ασήμαντη εκπροσώπηση.

Μακάρι η επίγνωση των δυσκολιών της κατάστασης και των αδυναμιών των πρωταγωνιστών που θα τη διαχειριστούν να αλλάξει το πολιτικό κλίμα την προσεχή περίοδο. Διαφορετικά σύντομα θα βρεθούμε και πάλι στα βαθιά. Αυτή τη φορά χωρίς σωσίβιο.

Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου

Monday, October 24, 2011

Ανάµεσα στην Ευρώπη και στη µοναξιά

του Αντώνη Μανιτάκη
ΤΟ ΒΗΜΑ, 23/10/2011

Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η Ελλάδα βρίσκεται υπό καθεστώς περιορισµένης δηµοσιονοµικής κυριαρχίας και ότι τελεί, για την ακρίβεια, υπό καθεστώς αυστηρής, ευρωπαϊκής, δηµοσιονοµικής επιτήρησης, λόγω υπερβολικού δηµόσιου χρέους και δηµοσιονοµικού ελλείµµατος. Oπως είναι, επίσης, γεγονός αναµφισβήτητο ότι η δανειακή εξάρτηση της Ελλάδας τόσο από τους ιδιώτες-δανειστές της (από τις αγορές) όσο και από τους δηµόσιους διεθνείς δανειστές της (χώρες ευρωζώνης και ∆ΝΤ) συνεπάγεται, αναπόφευκτα, σοβαρούς, πραγµατικούς, περιορισµούς στην άσκηση της κυριαρχίας της.
Γι’ αυτό και δεν βλέπω τι χειρότερο και τι επαχθέστερο από αυτό που ζούµε εδώ και δύο χρόνια πρόκειται να φέρουν στη χώρα µας η προαναγγελθείσα τροποποίηση των ευρωπαϊκών συνθηκών στις 23 Οκτωβρίου και η εγκαθίδρυση ενδεχοµένως ενός υπουργού των Οικονοµικών στην ΕΕ, καθώς και ενός είδους αυστηρής προληπτικής και κατασταλτικής επιτήρησης της δηµοσιονοµικής πολιτικής και του προϋπολογισµού των χωρών, ειδικά των υπερχρεωµένων όπως η δική µας. ∆ιότι, αλήθεια, τι προέχει, εκεί που φτάσαµε σήµερα, και τι είναι πιο σηµαντικό για την ίδια την ταπεινωµένη κυριαρχία µας και την εθνική µας υπερηφάνεια: η αποφυγή περιορισµών στην εθνική µας κυριαρχία ή η µακροπρόθεσµη απεξάρτηση της οικονοµίας µας από τα δόκανα των αγορών και από τις ανάλγητες απαιτήσεις των δανειστών µας; Τι να την κάνω την απόλυτη εξουσία αυτοπροσδιορισµού της συλλογικής µου µοίρας, όταν δεν µπορώ και δεν ξέρω να τη διαχειριστώ µόνος µου; Και γιατί συνιστά απεµπόληση της εθνικής µας κυριαρχίας η αποδοχή περιορισµών στη δηµοσιονοµική µας κυριαρχία, όταν οι περιορισµοί αυτοί αντισταθµίζονται από τη συµµετοχή µας, στο µέτρο των δυνάµεών µας, στην άσκηση µιας συλλογικής και επιµερισµένης οικονοµικής κυριαρχίας σε ένα ευρύτερο οικονοµικό σύνολο, όπως είναι η ευρωζώνη; Τι υπηρετεί καλύτερα και αποτελεσµατικότερα την εθνική ανεξαρτησία µας – αφού περί αυτού συνεχώς τυρβάζουµε: η επιδίωξη της οικονοµικής ισχύος και ευρωστίας της χώρας µας µέσα στην Ευρώπη υπό την κηδεµονία έστω της πανίσχυρης Γερµανίας ή η παράδοσή της µόνης και έρηµης, αλλά εθνικά υπερήφανης, στη βορά των ανεξέλεγκτων αγορών;
Αυτό που λησµονούµε είναι ότι όταν ενταχθήκαµε, πριν από δέκα χρόνια στην ΟΝΕ, και δεχθήκαµε ως νόµισµα το ευρώ, αποδεχθήκαµε την οριστική εκχώρηση και άρα απώλεια της νοµισµατικής µας κυριαρχίας. Μαζί εποµένως µε την κατάργηση της δραχµής, ως εθνικού νοµίσµατος, συµβόλου εθνικής κυριαρχίας, απωλέσαµε και τη δυνατότητα, νοµική και πραγµατική, να ασκούµε δική µας νοµισµατική πολιτική, δηλαδή εθνική πολιτική τιµών και εισοδηµάτων, καθώς και συναλλαγµατική πολιτική µε τη δυνατότητα υποτίµησης ή ανατίµησης της δραχµής. Λίγοι είχαν κλάψει τότε για τη θυσία της δραχµής µπροστά στα ασύγκριτα µεγαλύτερα από την απώλεια της νοµισµατικής µας κυριαρχίας προσδοκώµενα οικονοµικά οφέλη.
Παράλληλα όµως µε την απώλεια της νοµισµατικής µας κυριαρχίας είχαµε αποδεχθεί, ως χώρα, µέσω των ευρωπαϊκών συνθηκών, και περιορισµούς στην άσκηση της δηµοσιονοµικής µας κυριαρχίας και είχαµε αναλάβει, επιπλέον, τη δέσµευση να συντονίζουµε την οικονοµική µας πολιτική µε εκείνη των άλλων χωρών της ΕΕ. Τέλος, µε την αποδοχή του Ευρωπαϊκού Συµφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης από τα τέλη ήδη της δεκαετίας του ’90 είχαµε αναλάβει από τότε διεθνή, συµβατική υποχρέωση να τηρούµε οικονοµική πολιτική λιτότητας και µειωµένου ελλείµµατος.
Ολα αυτά συνιστούσαν βέβαια και επέφεραν σοβαρούς, νοµικούς, περιορισµούς σε αυτό που καταχρηστικά ονοµάζουµε «οικονοµική κυριαρχία». Φαίνεται πως τα είχαµε ξεχάσει όταν ήλθε η τρόικα και µας εξανάγκασε να κάνουµε βίαια και ανάλγητα όσα δεν κάναµε χρόνια τώρα ως µέλη της ευρωζώνης. Η Ελλάδα δεν είναι σήµερα, τυπικά, λιγότερο κυρίαρχη από όσο ήταν τότε που µπήκε στην ΟΝΕ και κύρωνε τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, εκχωρώντας τη νοµισµατική και δηµοσιονοµικής της κυριαρχία.
Αλλά και αν γυρίζαµε ακόµη πιο πίσω και συγκρίναµε τη νοµισµατική κυριαρχία που είχε η Ελλάδα ή θα είχε η ίδια ως χώρα της δραχµής µε αυτήν που έχει ως µέλος του ευρώ, πιστεύω πως σίγουρα η νοµισµατική «συγκυριαρχία» που ασκεί σήµερα µέσα στην ΟΝΕ, έστω και περιορισµένη πραγµατικά, λόγω της µικρής της ισχύος και της υπερχρέωσής της, είναι ασύγκριτα ισχυρότερη από εκείνη που είχε ή που θα είχε ή θα έχει αν, ο µη γένοιτο, επιστρέψει στην κυριαρχία του εθνικού νοµίσµατος.
Ας αποφασίσουµε, επιτέλους, τι προτιµάµε: µια ρακένδυτη ουσιαστικά αλλά πλήρη τυπικά κυριαρχία ή µια ανθηρή οικονοµικά αλλά περιορισµένη τυπικά κυριαρχία.
Ξέρω ότι το ιδεώδες θα ήταν να µη χρειαζόταν να απαντήσουµε σε αυτό το δίληµµα. Αυτό όµως προϋποθέτει την ιστορική προοπτική µιας άλλης Ευρώπης µε ριζικά διαφορετική οικονοµική πολιτική. Μια άλλη νοµισµατική και δηµοσιονοµική πολιτική, η οποία δεν είναι όµως δυνατόν να επιτευχθεί παρά µόνον αν συντονιστούν και συνεργήσουν οι λαοί και οι κυβερνήσεις της Ευρώπης. Η ριζική αλλαγή της οικονοµικής πολιτικής είναι το ζητούµενο και επιδιωκόµενο, µόνο που αυτή δεν µπορεί πια να επιτευχθεί, όπως τη δεκαετία του ’60, σε εθνικό επίπεδο αλλά µόνο σε ευρωπαϊκό. Αυτός είναι ο ορίζοντας της εθνικής µας µοίρας. Ας το συνειδητοποιήσουµε, αν θέλουµε να είµαστε, πράγµατι, κύριοι της µοίρας µας. Εχουµε να επιλέξουµε ανάµεσα σε µια µοναχική και ρακένδυτη εθνική κυριαρχία και σε µια περιορισµένη συγκυριαρχίαστην Ευρώπη.

Saturday, October 15, 2011

Οι δύο χρόνοι που τρέχουν

Η χώρα έχει παγιδευτεί στα δίχτυα της διεθνούς κρίσης και της εθνικής αυτοδιάλυσης
Του Γιάννη Βούλγαρη
ΤΑ ΝΕΑ, Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Στην Ελλάδα τρέχουν σήμερα δύο χρόνοι: ο χρόνος της εθνικής αυτοδιάλυσης και ο χρόνος της αργής ανασύνταξης. Ο πρώτος χρόνος μετρά όσα ζούμε αυτές τις μέρες. Καταστάσεις οξύμωρες: οι συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ καταλαμβάνουν τα υπουργεία για «να διώξουν» την τρόικα, από την οποία εξαρτάται ο μισθός τους. Σε δεύτερη ανάγνωση όμως, εικονογραφούν απλώς το σημερινό ελληνικό αδιέξοδο καθώς η χώρα έχει παγιδευτεί στα δίχτυα της διεθνούς κρίσης και της εθνικής αυτοδιάλυσης. Η Ελλάδα ευνοήθηκε ώς πρόσφατα από την παγκόσμια αλληλεξάρτηση και την ευρωπαϊκή ενοποίηση καθώς κινήθηκε από την περιφέρεια στο κέντρο της ευρωπαϊκής διαδικασίας με ό, τι αυτό σήμαινε για την εθνική ασφάλεια, την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθεροποίησης της δημοκρατίας. Σήμερα ζει τις ίδιες εξελίξεις επώδυνα, βρισκόμενη στο χείλος της κατάρρευσης, περιμένοντας και πάλι την αναγκαία για την επιβίωσή της ενίσχυση «από τους ξένους», έναντι των οποίων διαθέτει μηδαμινή διαπραγματευτική δύναμη. Ακόμα μικρότερη είναι η πίεση που οι συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ μπορούν να ασκήσουν στην τρόικα. Οσο για διεκδικήσεις από το εθνικό Δημόσιο Ταμείο βρισκόμαστε στο «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Εχει διαμορφωθεί έτσι ένα θανατηφόρο μείγμα: η εθνική αδυναμία οδηγεί τις συντεχνίες στον παροξυσμό και ο συντεχνιακός παροξυσμός ενισχύει με τη σειρά του την εθνική αδυναμία σε έναν φαύλο κύκλο έτοιμο να εκραγεί. Τούτο το μείγμα οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αυτοκαταστροφική λύση της επιστροφής στη δραχμή. Ως μη εμπρόθετο αποτέλεσμα, όπως λένε οι κοινωνικές επιστήμες, όταν αναλύουν τις περιπτώσεις εκείνες που οι δράσεις των επιμέρους ομάδων παράγουν ένα συνολικό αποτέλεσμα το οποίο καμία από αυτές δεν θα επέλεγε συνειδητά. Σωστά η πλειοψηφία της κοινωνίας απεύχεται μια τέτοια προοπτική γιατί βραχυχρόνια θα μετατραπούμε σε ζούγκλα και μακροπρόθεσμα σε ένα κράτος - παρία με αδύναμη οικονομία και μόνιμη γεωπολιτική ανασφάλεια σε έναν κόσμο που θα συνεχίζει να παγκοσμιοποιείται και να ενοποιείται «δίχως να κοιτάζει τη δικιά μας μελαγχολία».
Χρειάζεται να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο και ο χρόνος στην κλεψύδρα λιγοστεύει. Για να το κάνουμε χρειάζεται να ξεκινήσουμε από μια σκληρή αλλά ρεαλιστική διαπίστωση για την επόμενη (ας πούμε) δεκαετία. Θα είναι μία περίοδος λιτότητας, υψηλής ανεργίας και χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου. Ακόμα και αν επαληθευτεί το καλύτερο για μας σενάριο, η Ελλάδα θα κάνει χρόνια να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Η προοπτική της ανάκτησης εξαρτάται από τη βελτίωση της παραγωγικότητας της οικονομίας, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Αυτός ο σκοτεινός ορίζοντας των μεσοπρόθεσμων προσδοκιών θα αναπροσαρμόσει τις ατομικές και συλλογικές συμπεριφορές, δράσεις και νοοτροπίες. Προς το παρόν η χώρα ζει και δρα με την ψευδαίσθηση, αν όχι τη συνειδητή αυταπάτη, ότι η απώλεια είναι πρόσκαιρη. Γι' αυτό, παρά το βάθος της κρίσης, τα σπέρματα του νέου είναι ελάχιστα είτε κοιτάξουμε την πολιτική είτε την κοινωνία και την τέχνη. Σαν αυτή η χώρα να απώλεσε τα τελευταία χρόνια συσσωρευτικά κάτι βαθύτερο: τη διάθεση να λογαριαστεί με τα δύσκολα, τη ροπή στην αλλαγή, την ικανότητα αναστοχασμού.
Κι όμως, σε δέκα χρόνια η κρίση θα έχει περάσει και η ελληνική οικονομία θα έχει ορθοποδήσει. Κι αυτή η πιθανότητα αποτελεί τη δεύτερη, αισιόδοξη αυτή τη φορά, αφετηρία. Αν καταφέρουμε να αναποδογυρίσουμε τον χρόνο και κοιτάξουμε τον εαυτό μας από το μέλλον στο παρόν, θα μπορέσουμε να οργανώσουμε καλύτερα την πορεία από τα χαλάσματα στην ανασυγκρότηση. Γιατί τα στοιχήματα είναι μεγάλα: ποιο θα είναι το πρόσωπο της Ελλάδας τότε; Πόση διεθνή αξιοπιστία θα έχει ανακτήσει; Ποια κοινωνική συνοχή, ποιον πνευματικό δυναμισμό θα έχει; Ποιοι θα έχουν πληρώσει τι και πώς;
Οι νέες πολιτικές, κοινωνικές, συνδικαλιστικές και πνευματικές ηγεσίες θα αναδειχτούν από αυτή τη διαδικασία και από τις απαντήσεις σε τέτοιες ερωτήσεις. Θα ξεχωρίσουν όσοι και όσες θα μπορέσουν μέσα στη σημερινή παραζάλη να βρουν τη στιγμή και τη δύναμη να βγάλουν για λίγο το κεφάλι έξω από το νερό και να στοχαστούν την προοπτική της επόμενης δεκαετίας, δείχνοντας μονοπάτια και ορόσημα προς το μέλλον. Στην αποστολή τους αυτή έχουν συνομιλητή και κριτή μια κοινωνική πλειοψηφία που συνειδητά ή ενστικτωδώς προσβλέπει ακόμα σε μια μοντέρνα Ελλάδα στο πλαίσιο της Ευρώπης. Μια πλειοψηφία παραζαλισμένη όμως, η οποία ενώ συνδυάζει στο νοητικό επίπεδο συνειδητά ή ενστικτωδώς, το εθνικό συμφέρον με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, πολιτικά φλερτάρει με συμπεριφορές που στην κατάληξή τους θα οδηγήσουν στην περιθωριοποίηση της χώρας. Αν όμως αυτή η πλειοψηφία εμπνευστεί και βρει σημεία αναφοράς, θα κινηθεί για να προστατεύσει τον εαυτόν της και την κοινωνία από την αυτοδιάλυση.
Αυτό το κοινό κοινωνικό αίσθημα ξέρει τι περιμένει. Να συνθέσουμε τα υπολείμματα κυριαρχίας που μας έχουν μείνει σε ένα εθνικό σχέδιο ανόρθωσης που διευρύνει συνεχώς το περιθώριο αυτονομίας σε συνεργασία και όχι σε μετωπική σύγκρουση με τους ευρωπαίους εταίρους. Μόνο έτσι θα περισώσουμε το πολυτιμότερο σήμερα ηθικό - ιδεολογικό εφόδιο για την κοινωνική συνοχή και αντοχή: τον πατριωτισμό και την εθνική αξιοπρέπεια.
Ξέρει τι δεν περιμένει: ότι η κυβερνητική εναλλαγή θα προσφέρει λύση στο πρόβλημα. Γι' αυτό ενθαρρύνει την ευρύτερη πολιτική συνεννόηση με οποιαδήποτε μορφή. Ενστικτωδώς καταλαβαίνει ότι είναι το αναγκαίο πλαίσιο για να υπάρξει αυτή η στιγμή της πολιτικής περίσκεψης και της στρατηγικής όρασης, που χάνεται στην καθημερινή βοή του μικροκομματισμού. Και δεν καταλαβαίνει γιατί σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να συμπέσει π.χ. στην καθιέρωση ενός νέου φορολογικού καθεστώτος, στην εκ βάθρων αλλαγή του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ή στην πολυσυζητημένη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.
Ξέρει τι θέλει. Να υψώσει η Πολιτεία παράπλευρα φράγματα που θα αφήνουν τη διαμαρτυρία και την αγανάκτηση να κυλά στο μεταξύ, χωρίς όμως η βαρβαρότητα και η ανομία να κατακλύζουν την κοινωνία και τη ζωή μας. Η μεταπολιτευτική «κουλτούρα της διεκδίκησης» δεν παράγει πλέον ενεργούς πολίτες αλλά δυνάστες και εσχάτως νέους «ανθρωποφύλακες» όπως είδαμε στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Χρειαζόμαστε ένα ανασυγκροτημένο συνδικαλιστικό κίνημα και συνδικαλιστές ηγέτες με διαφορετική νοοτροπία.
Ξέρει τι δεν θέλει: να συμβιώνει αδιάφορα με την εξαθλίωση που παράγει στα αστικά κέντρα, ιδίως στο Κέντρο της Αθήνας, η αύξουσα κοινωνική περιθωριοποίηση. Θα έβλεπε με ελπίδα οργανωμένες τοπικές παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες (ένα fast track κοινωνικής πρόνοιας, όπως εύστοχα έγραφε ο Κωστής Παπαϊωάννου, «ΤΑ ΝΕΑ» 13-10-2011).
Ξέρει τι κατά βάθος επιζητεί: ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που θα αυξήσει την παραγωγικότητα της οικονομίας, ένα νέο κράτος πρόνοιας που θα ανταποκρίνεται στις επιδεινούμενες συνθήκες της υψηλής ανεργίας και της αυξημένης φτώχειας. Επιζητεί να δει ένα τέλος στις περικοπές χωρίς πολιτική και περιμένει μια πρόταση καταμερισμού σε βάθος χρόνου των αναπόφευκτων θυσιών με κοινωνική δικαιοσύνη και διαφάνεια. Ποιος χάνει τι, ποιος κερδίζει τι και άρα πόσο συνεισφέρει. Ο μεταπολιτευτικός κρατισμός έχει απαξιωθεί, αλλά υπάρχει συνείδηση ότι χωρίς καλύτερο κράτος και αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση η ελληνική επιχειρηματικότητα δεν θα καταφέρει να τραβήξει το κάρο.
Στην Ελλάδα τρέχουν σήμερα δύο χρόνοι: ο χρόνος της εθνικής αυτοδιάλυσης και ο χρόνος της αργής ανασύνταξης. Το θέμα είναι ποιος θα κερδίσει.

Saturday, July 9, 2011

Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία

του Παναγιώτη Κονδύλη

Το κείμενο αυτό του Π. Κονδύλη επανεκδόθηκε απο τις εκδ. Θεμέλιο.
Πρόκειται για την εισαγωγή στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του, Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού. Απο τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από το φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία, που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1991 απο της εκδ. Θεμέλιο.
Εδώ σας παραθέτω μερικά αποσπάσματα του βιβλιου.

(…)Η χαλαρή και ετερογενής εκείνη κοινωνική συνομάδωση, η οποία κατά καιρούς ονομάσθηκε "αστική τάξη" στην Ελλάδα, ενσάρκωνε άλλοτε με εκάστοτε διαφορετικά τμήματά της άλλα γνωρίσματα του αστικού ήθους και έθους - ποτέ ταυτόχρονα και όλα. Επιπλέον ποτέ δεν κατάφερε να δημιουργήσει γηγενή και αυτοτελή αστικό πολιτισμό με ευρύτερη κοινωνική ακτινοβολία, μολονότι - πάλι με εκάστοτε διαφορετικά τμηματά της - υιοθέτησε κατά τρόπο περισσότερο ή λιγότερο επιπόλαιο και ασυνάρτητο διάφορα επιμέρους στοιχεία του ευρωπαικού αστικού πολιτισμού.(…) (σελ. 12)

(…)ο μηχανισμός της λειτουργίας του κράτους διαμορφώθηκε ως εν μέρει τερατογενετικό και εν μέρει ιλαροτραγικό αποτέλεσμα της διασταύρωσης …του κοινοβουλευτισμού και της καθολικής ψηφοφορίας με μια κοινωνία που διέπεται από πατριαρχικές σχέσεις, στάσεις, νοοτροπίες κι αξίες(…) (σελ. 26)

(…)πρώτο μέλημα του κόμματος ήταν η κατάκτηση και η νομή του κράτους, ειδάλλως θα έχανε την πίστη των οπαδών του στην ικανότητά του να υπερασπίσει τα συμφέροντά τους(…) (σελ. 27)

(…)την εκποίηση του κράτους, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού παιγνιδιού, την εγκαινίασαν και την καλλιέργησαν  με τρόπους απείρως ευρηματικούς τα πολιτικά ‘‘τζάκια’’ με την παρασιτική-πατριαρχική νοοτροπία τους(…) (σελ.29)

(…)Καθώς οι πελατειακές ανάγκες έπρεπε τώρα να ικανοποιηθούν σε καταναλωτικό επίπεδο ανώτερο από τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, η συγκεκριμένη λειτουργία του ελληνικού πολιτικού συστήματος , η οποία, όπως είδαμε, ήταν εξαρχής αντιοικονομική, κατάντησε να αποτελέσει το βασικό εμπόδιο στην εθνική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη- κάτι παραπάνω μάλιστα: έγινε ο αγωγός της εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα τη δική της διαιώνιση, δηλαδή τη δυνατότητα της να προβαίνει σε υλικές παροχές παίρνοντας παροχές ψήφου. Ακόμα και η απλούστερη σκέψη και γνώση φανερώνει ότι η εθνική ανάπτυξη μπορεί να γίνει μόνο με την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων, δηλαδή με τον αντίστοιχο περιορισμό της κατανάλωσης, προ παντός όταν τα καταναλωτικά αγαθά η χώρα δεν τα παράγει αλλά τα εισάγει, και για να τα εισαγάγει δανείζεται, δηλαδή εκχωρεί τις αποφάσεις για το μέλλον της στους δανειοδότες της. Ο δρόμος της ανάπτυξης είναι ο δρόμος της συσσώρευσης, της εντατικής εργασίας και της προσωρινής τουλάχιστον (μερικής) στέρησης, ενώ ο δρόμος της (βραχυπρόθεσμης μόνον) ευημερίας είναι ο δρόμος του παρασιτισμού και της εκποίησης της χώρας. Αυτή η άτεγκτη οικονομική αλήθεια ισχύει ανεξάρτητα από το κοινωνικό και ηθικό πρόβλημα της διανομής των βαρών και της ιεράρχησης των στερήσεων. Όσο άτεγκτη όμως κι αν είναι, οι πολιτικές και ψυχολογικές ανάγκες που την απωθούν είναι ακόμα ισχυρότερες. Πλατειές μάζες, που για πρώτη φορά στην ιστορία του τόπου τους "λάδωσαν το άντερό τους" και επιπλέον απέκτησαν και την μεθυστική συναίσθηση του κυρίαρχου και εκλεπτυσμένου καταναλωτή, θα αρνούνται πάντα να τη συνειδητοποιήσουν, όπως επίσης θα αρνούνται να την ξεστομίσουν και να την κάμουν γνώμονα των πράξεών τους κόμματα, των οποίων πρώτη έγνοια ήταν, είναι και θα είναι η νομή της εξουσίας προς όφελος των φιλόδοξων και αυτάρεσκων στελεχών τους. Ιδιαίτερα ιλαροτραγική απο την άποψη αυτή παρουσιάζεται η θέση της "αριστεράς", η οποία, όντας οιονεί καταδικασμένη να υπερασπίζεται τα "λαικά" αιτήματα, υποχρεώνεται να γίνει σημαιοφόρος κάθε καταναλωτικής απαίτησης, αρκεί όποιος την προβάλει να αυτοτιτλοφορείται "λαός" - υποχρεώνεται δηλαδή εξ αντικειμένου να προωθεί την εκποίηση της χώρας, αρκεί ο "λαός να ζητά την εκποίηση αυτή.(…) Ένας λαός, ο οποίος κάτω απο την πολύχρονη και βαθειά επιρροή των ελληνοκεντρικών αερολογιών έχει μάθει να θεωρεί τον εαυτό του ως γένος περιούσιο και ως άλας της γης, αρνείται να βάλει με τον νού του ότι μπορεί να κάνει ο ίδιος κάτι τόσο εξευτελιστικό όπως το να ξεπουλάει τον τόπο του για να καταναλώσει περισσότερο. Έτσι δημιουργήθηκε μια ψυχολογική στάση που ελάχιστα διαφέρει απο τη συλλογική σχιζοφρένεια. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι σημερινοί Έλληνες με την καθημερινή τους πράξη κάνουν ότι μπορούν για να προσαρμοσθούν κατά το δυνατόν γρηγορότερα και καλύτερα στις συνθήκες της παρασιτικής κατανάλωσης(…)(σελ. 62-63)

(…)Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα, ο οποίος αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα του μαζικοδημοκρατικού τρόπου σκέψης, καθώς και οι ηδονιστικές αξίες του αυθορμητισμού και της αυτοπραγμάτωσης, όπως τις διακήρυξε η πολιτισμική επανάσταση, στην Ελλάδα συμφύρθηκαν με τις παμπάλαιες και πασίγνωστες επιχώριες έξεις της πνευματικής ωωθρότητας, του εξυπνακιδισμού και της ημιμάθειας. Η σύμφυρση αυτή, επομένως, ήταν η φυσική βολική είσοδος του μεταμοντερνισμού σ' έναν τόπο όπυ το αστικό εργασιακό ήθος είναι ουσιαστικά άγνωστο όχι μόνο στον τομέα του πνεύματος, όπυ δεν διαμορφώθηκαν επιστημονικές παραδόσεις με συνοχή και με μακρόβιους φορείς και όπου οι μίμοι και οι γελωτοποιοί εκπρωσοπούνται με ποσοστά ιδιαιτέρως υψηλά στους κύκλους των διανοουμένων, στα πανεπιστήμια και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (…)(σελ. 67)

(…)Η Ελλάδα εντάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση στο σύστημα του διεθνούς καταμερισμού της υλικής και πνευματικής εργασίας. Ο δικός της μεταμοντερνισμός συνίσταται στο ότι αποτελεί μια στενή και παράμερη λωρίδα στο ευρύ φάσμα του μεταμοντερνισμού άλλων.(σελ. 68)

Sunday, July 3, 2011

Τρώες

Κ.Π. Καβάφης

Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Aχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—


Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.

Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984

Wednesday, June 29, 2011

Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι

του Αρίστου Δοξιάδη

anamorfosis.net

ΛΟΓΟΠΛΑΙΣΙΟ

Καθαρεύουσα και δημοτική

Ο τρόπος που συζητάμε για την οικονομία άλλαξε άρδην, μέσα σε λίγους μήνες. Πριν ξεσπάσει η δική μας κρίση του χρέους ο δημόσιος διάλογος δεν διέφερε πολύ από τον αντίστοιχο στις δυτικές χώρες. Είχαμε τις κλασικές συζητήσεις υπέρ του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, υπέρ της τόνωσης της ζήτησης ή της περικοπής δαπανών, για το φιλελευθερισμό και τη σοσιαλδημοκρατία, κ.ο.κ.

Λίγοι σχολιαστές επέμεναν στις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα ότι το Δημόσιο δεν είναι Δημόσιο όταν το έχουν αλώσει ιδιωτικά και συντεχνιακά συμφέροντα, και το ιδιωτικό δεν είναι ιδιωτικό όταν ζει από το δημόσιο χρήμα. Αλλά αυτές οι φωνές δεν ήταν παρούσες ούτε στο λόγο των κομμάτων, ούτε των καναλιών, ούτε φυσικά στη χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής.

Οι τεχνοκράτες ασχολούνταν περισσότερο με το επίσημο, παρά με το πραγματικό. Με το ύψος, π.χ., των φορολογικών συντελεστών, αλλά όχι με τους φόρους που πραγματικά πλήρωναν οι επιχειρήσεις – πολύ ψηλότερους από την επίσημη κλίμακα όταν το ΣΔΟΕ επέδραμε επί δικαίων και αδίκων, πολύ χαμηλότερους όταν ο επιχειρηματίας είχε τον τρόπο του.

το υπόλοιπο κείμενο εδώ

Tuesday, June 7, 2011

Κωλοέλληνες

Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Διονύσης Σαββόπουλος

http://www.savvopoulos.net/

Μελαμψές φυλές
κοντοπόδαρες,
Σειλινοί του κράτους
που ξερνάει και να `τους,
τσιφτετέλληνες
με γονείς ληστές
των συντρόφων τους θύτες
για ανμηστία αλήτες
τώρα διοικητές.
Κράτος ασυστόλων
και πεσμένων κώλων
κωλοέλληνες.

Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη
που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό
στο ντάτσουν μιας φυλής που ζει φευγάτη
απ`ό,τι Ελληνικό στον κόσμο αυτό.

Κωλοέλληνες
μασκαρλίκια δες
στο Άλφα της Αξίας
της Αρχής της Μίας
λουτροκαμπινές.
Τιμωρός καιρός
πέντε αιώνες δύσης
εθνικής θα ζήσεις
από δω και μπρος
με αγγλικές αλφαβήτες
μαλλιαροί μου Ελλαδίτες
θλιβερές μου πορδές.

Πνεύμα αλήτικο
Ελλαδίτικο

Monday, May 30, 2011

Η ευκαιρία της κρίσεως

του Στέλιου Ράμφου

protagon.gr

Στοίχημα κάθε αντιξοότητας είναι να γίνει ευκαιρία. Το κερδίζουν όσοι προηγούνται του εαυτού τους και ξεκινούν από μέσα τους για να πιάσουν την άκρη του μέλλοντος στο κουβάρι του παρόντος. Όποιος προηγείται του εαυτού του μπορεί να τον παρατηρεί σαν τρίτος  και να τον περιλαμβάνει αυτονόητα σε κάθε σχέδιο αλλαγής των πραγμάτων. Αυτός έχει στόφα ηγέτη και όπως οι κρίσεις οφείλονται σε έλλειμμα ηγετικό, όταν τούτο καλυφθεί, καλύπτονται όλα τα άλλα ελλείμματα. Η απαξίωση του συνόλου του πολιτικού συστήματος δείχνει πως η χώρα μας περιμένει ηγέτη.

Αν και προϊόν των περιστάσεων, ο ηγέτης βοηθά το χρόνο να κυοφορήσει , να γεννήσει και να ξαναγεννηθεί. Είναι ο επιβήτορας και η μαμή του χρόνου  και με τις ιδιότητες αυτές υποστηρίζει την τύχη του. Αρετή έχει την αυτοσυνείδηση. Εκείνη του μαθαίνει τα όριά του και τον προστατεύει από την ψευδαίσθηση μιας αυτάρκειας η οποία εν ονόματι της υστεροφημίας τείνει να τον κάνει εξάρτημα της μηχανής του χρόνου. Εκεί που δεν κρεμόταν από τη σκέψη του ακόμη και όταν σκεπτόταν, τώρα φτάνει να νομίζει ότι σκέφτεται και όταν δε σκέφτεται τίποτα.

Ο ηγέτης αρθρώνει όσα θα ήθελε άναρθρα η ομάδα. Ανοίγει δρόμο στα όνειρά της και αλλάζει τον τρόπο που τα ζει, κάνοντάς την να σκέφτεται, όταν τα βλέπει, πως είναι όνειρα και πρέπει να κάνει κάτι για αυτά. Ανακαλύπτει, δηλαδή, την ιδέα του μόνος του και μαζί της βρίσκει τη δύναμη να ξεπερνά τους περιορισμούς του εαυτού, του παρελθόντος και του περιβάλλοντος. Μπορεί έτσι να περιγράφει κοινούς σκοπούς στην ομάδα, να της προσφέρει ταυτότητα και αυτοπεποίθηση στην αποστολή όπου την καλεί και να γυρνά ενωτικά ένα ισχυρότατο ανεξέλεγκτο συναίσθημα, το οποίο μετέωρο είτε υπολογιστικό καταλαβαίνει μόνο την αυτοκαταστροφική διάσπαση.

Με λόγια των σαμουράι: «ο ηγέτης νικά πρώτα και κατόπιν πολεμά». Άτομο που αντιλαμβάνεται ταχύτατα και αποφασίζει σταθερά, ο ηγέτης ξέρει να επιλέγει συνεργάτες και να τους ακούει. Όμως στην περίπτωσή του ο δείκτης υψηλής φυσικής νοημοσύνης χρειάζεται τη συναισθηματική νοημοσύνη της ωριμότητας. Η συναισθηματική νοημοσύνη εμποδίζει το ακαταλόγιστο της θέλησης να δικαιωθεί στην παραζάλη της μάχης και η μέθη της επιβολής να σκοτίσει τη συνείδηση. Τα βιώσαμε στην Ελλάδα κατά την πτώση της απριλιανής δικτατορίας, οπότε η γενιά του Πολυτεχνείου με την υπεροψία ενός νικητή που δεν ενδιαφέρθηκε να σκεφτεί τη νίκη του, εξαργύρωσε βιαστικά το επίτευγμα, με τα σύμβολα και τα προνόμια της εξουσίας. Χωρίς στοιχειώδη εφόδια η γενιά τούτη η οποία κυβερνά ως σήμερα, ακολούθησε με ασύνειδη μακαριότητα το δρόμο του λαϊκισμού, υποδαύλισε ένα πνεύμα εμφυλίου πολέμου και οδήγησε τον τόπο στη σημερινή κατάντια. Ήταν ίσως το μόνο που μπορούσε να κάνει με μια σκέψη βγαλμένη από την ιδεολογική παράνοια.

Η ιδεολογία που έφερε αναδρομικά το εμφυλιακό μένος ως περιεχόμενο της πολιτικής σε ειρηνική περίοδο, τροφοδότησε φαντασιώσεις ‘’απελευθερώσεων΄΄ οι οποίες συγκάλυψαν χρόνια νοσήματα, όπως η βαθύτατη αδιαφορία του μέσου Έλληνα για ό,τι σχετίζεται με την κατηγορία των κοινών αγαθών, την καθαριότητα, ας πούμε, των δρόμων, τη δημόσια εκπαίδευση και υγεία ή τα δημόσια οικονομικά. Κολλημένος σε όσα του ανήκουν, ο Ρωμιός διατηρεί και αναπαράγει την ψυχολογία μικρού παιδιού, το οποίο βρίσκει ασφάλεια, όχι όμως και ενηλικίωση, στην πατρική προστασία του κρατισμού, του κομματικού- συντεχνιακού συστήματος και της διαπλοκής με τους εκάστοτε κυβερνώντες.

Οι λαϊκίστικοι παληκαρισμοί της μεταπολίτευσης διαθέτουν βαθύτερα ερείσματα στη διχαστική ροπή που δηλητηριάζει τη συλλογική μας ψυχή. Δύσκολα θα ακούσεις στις συντροφιές καλό λόγο για απόντα, σαν να μειώνει η όποια αξία του τη δική μας εικόνα στα μάτια των άλλων, ενώ στην πραγματικότητα απειλούμαστε από τον παιδικό εαυτό μας.

Υπάρχει ωστόσο και κάτι πιο κρίσιμο: η μυθική πίστη στο υπέρλογο διαπερνά τη σκέψη μας και απωθεί τα έλλογα κριτήρια με την καθολικότητά τους, περιορίζοντάς τα σε υπολογιστική εξυπηρέτηση των γενικών επιδιώξεων που αρκούνται στην (κουτο)πονηριά. Μηδενίζουμε τον άλλο ηθικά και τον αποκλείουμε μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικός άλλος, με τίμημα το μόνιμο κοινωνικό κατακερματισμό και την εκ προοιμίου αντιπαλότητα.

Ο πολυκέφαλος διαρκής εμφύλιός μας πόλεμος, δείχνει απουσία πνευματικής ανεξαρτησίας που υποδαυλίζει τη μελαγχολία της νοσταλγίας και την αισιοδοξία των αποκαλύψεων. Εδραιώνει την κοντή μνήμη η οποία δεν αφήνει να μαθαίνουμε από τα παθήματα, καλλιεργεί τις αυταπάτες της ‘’χαρισματικής’’- εννοείται άκοπης επάρκειας και απαγορεύει να αναλάβουμε ευθύνες ως πολίτες.

Μια κοινωνία μπορεί να ελπίζει όταν έχει επίγνωση πως τα ελεύθερα στις επιλογές τους άτομα είναι και υπεύθυνα για τις πράξεις τους. Αλλιώς τη θέση του μέλλοντος παίρνει η μεγαλομανία, ένα είδος παιδικής αυταρέσκειας. Τυχαία, άραγε, φτάσαμε από τις κωμωδίες των αγαθών ψυχών που επέμεναν να είναι κάτι άλλο από τον εαυτό τους, στη σουρρεαλιστική διάλυση των πάντων με τον Βέγγο; Στο πρόσωπο του τελευταίου ο Ρωμιός δεν τρέχει απλώς να βολέψει καταστάσεις με τις φαντασιώσεις του. Τρέχει και δεν φτάνει, ακριβώς γιατί δίνει στο βόλεμα εσχατολογικές διαστάσεις. Πληρώνει έτσι την ασυνειδησία  του χρόνου  και την αδυναμία του να ανοίξει στην πίστη χώρο για τη λογική και για την προσπάθεια που αυτή ζητάει.

Τα εξωτερικά δεδομένα είναι το ορατό πεδίο της μάχης. Ο ηγέτης πρέπει, επί παραδείγματι, να δώσει κατεύθυνση στη διάχυτη δυσαρέσκεια των ‘’αγανακτισμένων’’ με το αίτημα να ακουστούν και να συζητηθούν επίσημα οι αντιρρήσεις τους  και ταυτοχρόνως να πολεμά τον κόσμο των νοοτροπιών που κρύβονται πίσω από την ηθογραφία. Οφείλει να συνδυάζει τη διαίσθηση με κατανόηση ελεύθερη από ιδεολογικές προκατασκευές. Να γνωρίζει πως ο Ρωμιός ταυτίζει την αλήθεια με την εμπιστοσύνη και για αυτό τον εξαπατούν εύκολα. Αν οι επιτήδειοι κερδίζουν την εμπιστοσύνη του με καλά λόγια, αυτός πρέπει να του εμπνέει εμπιστοσύνη με το δικό του παράδειγμα.

Ο ηγέτης αφυπνίζει δυνάμεις δημιουργώντας ευκαιρίες και στις πιο ζοφερές κρίσεις, τότε που η υγεία της κοινωνίας κλονίζεται. Στην περίπτωσή μας αρρώστεια είναι η μερικότητα ως ιδιοτελής διαίρεση και σε βαθύτερο επίπεδο η δυσκολία μας να μπούμε στη θέση του άλλου με τον οποίο μοιραζόμαστε τον κόσμο. Στο χάσμα μεταξύ του Εγώ και του άλλου φουντώνουν οι διασπαστικές παρενέργειες του συναισθήματος με τις λογικές και τις συμπεριφορές τους. Η αντίληψη της ενότητας ως ταυτότητας  ματαιώνει κάθε προσδοκία σύνθεσης, καθώς αναγνωρίζει μόνο τη σύμφωνη γνώμη και τη μίμηση. Χωρίς Εσύ δεν υφίσταται Εγώ αλλά και χωρίς εαυτό η υποκειμενικότητά μου εξανεμίζεται- ταυτότητα βρίσκω εκτός μου: στην οικογένεια, τον τόπο, τη θρησκευτική κοινότητα, το πολιτικό κόμμα, τη συντεχνία, ακόμα και τη  ποδοσφαιρική ομάδα. Ο ηγέτης κόβει τους κόμπους της μερικότητας με τη δύναμη του καθολικού σκοπού τον οποίο διεκδικεί ως ενεργό υποκείμενο με τους συναγωνιστές του.

Το υποκείμενο δεν υπάρχει μόνο του, για λογαριασμό του: είναι στον εαυτό του παρόν, με συνείδηση των δυνατοτήτων του, έξω από την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας. Δεν υφίσταται εσωτερικότητα χωρίς εξωτερικότητα. Υπάρχουμε πραγματικά μέσα από κάθε τι που μας βγάζει από την κλεισούρα. Αυτοσυνείδηση δεν είναι να κάνουμε να στρεφόμαστε μέσα μας. Είναι να μάθουμε να νιώθουμε υπεύθυνοι όχι μόνο για το δικό μας αλλά και για τον άγνωστο άλλο, όχι μόνο για την ιδιοκτησία μας αλλά και για την πολιτεία. Σε αυτή την περίπτωση δεν αρκεί απλώς να πράττουμε  αλλά κυρίως να καταλάβουμε πως για να δώσει καρπό η πράξη μας χρειάζεται την αλήθεια.



*Ο Στέλιος Ράμφος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Φιλόσοφος, πανεπιστημιακός, συγγραφέας δοκιμίων. Σπούδασε στη Νομική Αθηνών και συνέχισε στο Παρίσι σπουδάζοντας Φιλοσοφία. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν.  Το πλούσιο και πολυσυζητημένο συγγραφικό του έργο περιστρέφεται γύρω από  τον μαρξισμό, την οικουμενικότητα του ελληνικού πολιτισμού και τους συσχετισμούς της σύγχρονης πνευματικής δημιουργίας με την ελληνορθόδοξη παράδοση.

Wednesday, April 20, 2011

Χρονικός περιορισμός στην άσκηση εξουσίας

του Μιχάλη Σταθοπουλου

protagon.gr

- Αποτελεσματική αντιμετώπιση της ανομίας και ατιμωρησίας που είναι διάχυτες στην κοινωνία και συνοδεύονται συχνά από βία. Η διαρκής ή επαναλαμβανόμενη ανοχή αυτών των φαινομένων από τα αρμόδια για την αντιμετώπισή τους όργανα, που παραλείπουν να πάρουν τα αναγκαία μέτρα, συνιστά παράβαση καθήκοντος, που επίσης επιτέλους πρέπει και αυτή να τιμωρείται.

- Χρονικός περιορισμός στην άσκηση εξουσίας, πρωτίστως της πολιτικής. Π.χ. το πολύ 8ετία για τον Πρωθυπουργό, 12ετία για τους βουλευτές κλπ., ώστε να υπάρχει εναλλαγή στην εξουσία. Η διαιώνιση των ίδιων προσώπων στην εξουσία, που καταλήγουν να έχουν ως επάγγελμα την άσκηση πολιτικής, χωρίζει τους πολίτες σε μόνιμα διοικούντες και μόνιμα διοικούμενους, με περαιτέρω επακόλουθο την αλαζονεία της εξουσίας και την κατάχρησή της. Για ανάλογους λόγους χρονικός περιορισμός (π.χ. το πολύ 8ετία) της παραχώρησης συχνοτήτων σε ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, αφού και αυτοί ασκούν (de facto) εξουσία, ίσως μεγαλύτερη από την εξουσία των πολιτικών. Και επιτέλους να σταματήσει η χωρίς άδεια λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, η οποία βέβαια οφείλεται και στην (παράνομη) σύμπραξη της Πολιτείας. Πρόκειται για το κυριότερο φαινόμενο της διαπλοκής.

- Κατάργηση θεσμικών προνομίων και λήψη μέτρων κατά de facto προνομίων. Και τα πρώτα και τα δεύτερα προνόμια ευνοούν ορισμένες κατηγορίες πολιτών σε βάρος της ισότητας και του κράτους δικαίου. Παράδειγμα θεσμικού προνομίου: Η ευνοϊκή μεταχείριση των Υπουργών ως προς την ποινική ευθύνη τους (άρθρ. 86 Συντ.). Παράδειγμα de facto προνομίου: Η οικογενειοκρατία στην πολιτική και εν γένει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

- Περιορισμός της προστασίας των προσωπικών δεδομένων περιουσιακής φύσεως (και όχι μόνο των πολιτικών), ώστε να υπάρχει περισσότερη διαφάνεια στα εισοδήματα και στα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων (κοινωνικός έλεγχος της φοροδιαφυγής, αλλά και άλλων παρανομιών) και περισσότερη διαφάνεια στις δαπάνες των δημόσιων υπηρεσιών και οργανισμών (κοινωνικός έλεγχος της σπατάλης).

- Εισοδηματική και φορολογική πολιτική που θα ενισχύει τους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες, θα μετακυλύει βάρη στους ευπορότερους και θα αποβλέπει βαθμιαία σε κοινωνικά δικαιότερη ανακατανομή του πλούτου.

- Οικονομική προτεραιότητα στην Παιδεία, τον Πολιτισμό και την Υγεία, μείζονα έναντι άλλων αγαθά για τον άνθρωπο και την κοινωνία.


- Κατάργηση ή, έστω, περιορισμός του πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος λειτουργίας του πολιτεύματος. Υπάρχουν πολλοί τρόποι αντιμετώπισης των υπερεξουσιών του πρωθυπουργού. Η δημοκρατία θέλει συναινετικότερες διαδικασίες παρά συγκέντρωση εξουσίας σε ένα πρόσωπο, που τότε θα ρέπει, ακόμη και όταν οι προθέσεις είναι καλές, προς αυταρχικές αποφάσεις.

- Θεσμική πρόβλεψη της δημοκρατικής λειτουργίας των κομμάτων, ώστε να καταργηθεί το αρχηγοκεντρικό σύστημα (που επικρατεί σήμερα τουλάχιστον στα μεγάλα κόμματα), με μεταφορά ουσιαστικών αρμοδιοτήτων σε συλλογικά όργανα των κομμάτων και με πρόβλεψη συνεπειών σε περίπτωση μη τήρησης των δημοκρατικών κανόνων. Επίσης πλήρης διαφάνεια στα οικονομικά των κομμάτων.

- Κατάργηση των πάσης φύσεως συντεχνιακών κεκτημένων, που έχουν έντονα αντιδημοκρατικό χαρακτήρα, και έμπρακτη αντίσταση σε συντεχνιακές επιδιώξεις, στις οποίες μέχρι σήμερα συνεχώς υποχωρούμε ή συμβιβαζόμαστε, σε βάρος του γενικού συμφέροντος.

- Χωρισμός των αρμοδιοτήτων Πολιτείας και Εκκλησίας και διατήρηση φιλικής συνεργασίας μεταξύ τους σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος.

*O Μιχάλης Σταθόπουλος γεννήθηκε το 1938 στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Καθηγητής του Αστικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών από το 1972 ως το 2005. Fellow (από το 1988) του “Institute for advanced studies ‘Wissenschaftskolleg” (Βερολίνο). Υπήρξε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης (Οκτώβριος –  Νοέμβριος 1974), Υφυπουργός Τύπου σε υπηρεσιακή Κυβέρνηση (Μάιος 1985) και Υπουργός Δικαιοσύνης (Απρίλιος 2000-Οκτώβριος 2001).

I dont live here any more - Nees Morfes art gallery - Opening 26FEB2008

I dont live here any more - Nees Morfes art gallery - Opening 26FEB2008


i don't live here anymore - 23FEB2008

i don't live here anymore - 23FEB2008
many thanks to: Giannis Skaltsas, Giannis Messinis, Giannis Pilouris, Leonidas Karabinis, Thanos Klonaris, Dimitris Baboulis, Fanis Vlastaras and Maria Glyka for the help.